Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

Το Συναξάρι του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού και Σπηλαιώτη (Β΄ Μέρος)

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Θά κουρασθεῖς πολύ, μέχρι νά καταλάβεις ὅτι προσευχή χωρίς προσοχή καί νήψη εἶναι χάσιμο χρόνου· κόπος χωρίς πληρωμή» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Β΄ Μέρος

Τό ἔτος 1951 μεταφέρθηκαν ὅλοι μαζί εἰς τήν Νέαν Σκήτην, εἰς τήν Καλύβην τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ὅπου παρέμεινε ἕως τήν μακαρία κοίμησίν του πού συνέβη τήν 15ην Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1959, ἑορτήν τῆς Κοιμήσεως τῆς Κυρίας Δεσποίνης Θεοτόκου.

Τά περί τῆς κοιμήσεώς του τά περιγράφει πολύ γλαφυρά ὁ Γέροντάς μου Ἐφραίμ εἰς τό βιβλίον «Προθύμως Ἀνάβαινε», τό ὁποῖον εἶναι ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου: «Ἡ ἀγάπη του πρός τήν Παναγίαν μας εἶναι ἀνωτέρα πάσης περιγραφῆς. Μόνον πού ἀνέφερε τό ὄνομά της τά μάτια του ἔτρεχαν. Τήν παρακαλοῦσε ἀπό καιρόν, νά τόν πάρη, νά ξεκουρασθῆ. Καί τόν εἰσήκουσεν ἡ Παντάνασσα. Τόν ἐπληροφόρησε ἕνα μήνα πρίν διά τήν ἀναχώρησίν του (3).

Μέ ἐκάλεσε τότε ὁ Γέροντας καί μοῦ ὑπέδειξε τί νά ἑτοιμάσωμε. Ἐπεριμέναμε».

Τήν παραμονήν τῆς κοιμήσεώς του -14 Αὐγούστου 1959- ἐπέρασε νά τόν ἴδη ὁ κ. Σχοινᾶς ἀπό τόν Βόλον· ἦσαν γνώριμοι πολύ.

-Τί κάμετε, τοῦ λέγει, πῶς ἔχει ἡ ὑγεία σας;

-Αὔριον, Σωτήρη, ἀναχωρῶ διά τήν αἰώνιαν πατρίδα. Ὅταν ἀκούσῃς τίς καμπάνες, νά ἐνθυμηθῆς τόν λόγον μου.

Τό βράδυ εἰς τήν ἀγρυπνίαν τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας μας ὁ Γέροντας συνέψαλλε ὅσον ἠδύνατο μέ τούς Πατέρας. Εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν τήν ὥραν πού ἐκοινώνησε τά Ἄχραντα Μυστήρια εἶπε· «ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου».

Ξημέρωσε 15η Αὐγούστου. Ὁ Γέροντας κάθεται στήν μαρτυρική του πολυθρόνα στήν αὐλή τοῦ ἡσυχαστηρίου μας. Περιμένει τήν ὥραν καί τήν στιγμήν. Εἶναι ἀπολύτως σίγουρος διά τήν πληροφορίαν πού τοῦ εἶχε δώσει ἡ Παναγία μας, ἀλλά βλέποντας τήν ὥραν νά περνᾶ καί τόν ἥλιον νά ἀνεβαίνη τοῦ ἔρχεται κάτι ὡσάν στενοχώρια, ὡσάν ἀγωνία διά τήν βραδύτητα.

Εἶναι ἡ τελευταία ἐπίσκεψις τοῦ πονηροῦ. Μέ φωνάζει καί μοῦ λέγει: «Παιδί μου, γιατί ἀργεῖ ὁ Θεός νά μέ πάρη; Ὁ ἥλιος ἀνεβαίνει καί ἐγώ ἀκόμη εἶμαι ἐδῶ!». Βλέποντας ἐγώ τόν Γέροντά μου νά λυπῆται καί σχεδόν νά ἀδημονῇ, τοῦ λέγω μέ θάρρος: «Γέροντα μή στενοχωρῆστε, τώρα ἐμεῖς θά κάνωμε εὐχή» καί θά φύγετε».

Ἐσταμάτησαν τά δάκρυά του. Οἱ Πατέρες, ὁ καθένας τό κομποσχοίνι του καί ἔντονον τήν εὐχήν. Δέν ἐπέρασε ἕνα τέταρτο καί μοῦ λέγει: «Κάλεσε τούς Πατέρες νά βάλουν μετάνοιαν, διότι φεύγω». Ἐβάλαμε τήν τελευταίαν μετάνοιαν. Ἔπειτα ἀπό λίγο ἐσήκωσε τά μάτια του ὑψηλά καί ἔβλεπε ἐπιμόνως ἐπί δυό λεπτά περίπου. Κατόπιν γυρίζει πρός εμάς καί πλήρης νηφαλιότητος καί ἀνεκφράστου ψυχικοῦ θάμβους μᾶς λέγει: «Ὅλα ἐτελείωσαν, φεύγω, ἀναχωρῶ, εὐλογεῖτε!».

Καί μέ τίς τελευταῖες λέξεις ἔγειρε τό κεφάλι του δεξιά, ἀνοιγόκλεισε δυό τρεῖς φορές ἤρεμα τό στόμα καί τά μάτια, καί αὐτό ἦταν. Παρέδωκε τήν αγίαν ψυχήν του εἰς χεῖρας Ἐκείνου, τόν ὁποῖον ἐπόθησε καί ἐδούλευσεν ἐκ νεότητος. Θάνατος ὄντως ὁσιακός. Εἰς ἡμᾶς ἐσκόρπισε ἀναστάσιμον αἴσθησιν.

«Ἐμπροστά μας εἴχαμε νεκρόν καί ἥρμοζε πένθος, ὅμως μέσα μας ἐζούσαμε Ἀνάστασιν. Καί τοῦτο τό αἴσθημα δέν ἔλειψε πλέον· μέ αὐτό συνοδεύεται ἔκτοτε ἡ ἐνθύμησις τοῦ ἀειμνήστου Ἁγίου Γέροντος».

Ἡ διδασκαλία του περιέχεται εἰς ἑξηνταπέντε ἐπιστολάς, τάς ὁποίας ἔχει ἐκδόσει ἡ Ἱερά Μονή Φιλοθέου. Εἰς αὐτάς φαίνεται καθαρά, ὅτι εἶναι συνεχιστής καί ἐκφραστής ὅλης τῆς νηπτικῆς Παραδόσεως. Ὁ ἐμπειρικός τρόπος τῆς ζωῆς του ἔδειξε ἐφηρμοσμένην ὅλην τήν διδασκαλίαν τοῦ νηπτικοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Τά κύματα τῆς θείας χάριτος πλημμύριζαν τήν ψυχήν του καί ὁ νοῦς του ἡρπάζετο εἰς θεωρίαν. Ἦτο κάτοχος τοῦ Ἀκτίστου Φωτός καί ἄριστος διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Ὅλος ὁ βίος του εἶναι ἕνα πνευματικόν Συναξάρι πού θυμίζει τούς παλαιούς ἁγίους ἀσκητάς τῆς ἐρήμου. Τούς ἀγώνας του μέ τά δαιμόνια οὔτε νά τούς ἀκούσῃ κανείς δέν τολμᾶ σήμερα. Ἦταν ἀνδρεῖος πολεμιστής ἐναντίον τῶν παθῶν καί ἐβίαζε τόν ἑαυτόν του εἰς ἀφάνταστον βαθμόν. Ἀπέκτησε πολλήν καθαρότητα καί ἁγνότητα ψυχῆς καί σώματος καί εἶχε ὡς παράδειγμα πάντα τήν Παναγία μας.

Ἔγραφε σέ μία ἐπιστολή: «Δέν ἠμπορῶ νά σᾶς περιγράψω πόσον ἀρέσκει ἡ Παναγία μας τήν σωφροσύνην καί τήν καθαρότητα. Ἐπειδή Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ἁγνή Παρθένος, δι᾿ αὐτό καί ὅλους τοιούτους θέλει καί ἀγαπᾶ».

Ὁ ἀείμνηστος Γέρων Ἰωσήφ ἐπέρασε ὅλα τά στάδια τῆς πνευματικῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς τελειώσεως. Ἐγνώρισε ὅλα τά θεῖα χαρίσματα αὐτῶν τῶν καταστάσεων. Ἔγινε ἔμπειρος πνευματικός ὁδηγός, διακριτικός καί ἀπλανής ὁδηγός τῆς πνευματικῆς ζωῆς· δι᾿ αὐτό ἔγραφε:

«Ἀναγκάζομαι νά ἀνοίγω τούς αὔλακας εἰς τόν κόσμον· καθότι ὑπάρχει ἐλπίς νά δεχθοῦν τόν λόγον ψυχαί καθαραί καί εἰς ἐμέ νά γίνῃ ὠφέλεια ὁ μισθός τῆς ἀγάπης. Λοιπόν ἀκούσατέ μου τούς λόγους, χαρίσατέ μου τάς ἀκοάς…».

Ἡ ζωή του καί ἡ διδασκαλία του εἶναι μιά ὀρθόδοξη ἐμπειρική θεολογία.

Ἀπό πνευματικήν ὑπακοήν εἰς τόν ἅγιον αὐτόν Γέροντα, τόν Παπποῦν μας, ὀφείλομεν νά ἐκτελοῦμεν τίς συμβουλές του, διά νά συνεχίζεται καί σήμερα ἡ νηπτική καί ἡσυχαστική Παράδοσις εἰς τό Ἅγιον Ὄρος καί νά εὐαρεστῆται καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τῆς ὁποίας τό Περιβόλι ὡς ἀνάξιοι κατοικοῦμεν.

Νά ἔχωμεν τήν εὐχήν τοῦ μακαριστοῦ Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ. Ἀμήν.

Ἐπιστολή Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστή: “Λοιπόν βιάσου. Λέγε διαρκῶς τήν εὐχή. Νά μή σταματᾶ καθόλου τό στόμα.

Ἔτσι θά τήν συνηθίσεις μέσα σου καί κατόπιν θά τήν παραλάβει ὁ νοῦς.

Μή ξεθαρρεύεις στούς λογισμούς, διότι γίνεσαι μαλθακός καί μολύνεσαι. «Εὐχή, βία φύσεως διηνεκής», καί θά δεῖς πόση Χάρη θά λάβεις.

Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου, παιδί μου, εἶναι θλίψη, διότι εἶναι στήν ἐξορία. Μή ζητεῖς τελεία ἀνάπαυση. Ὁ Χριστός μᾶς σήκωσε τό Σταυρό, καί μεῖς θά σηκώσουμε. Ὅλες τίς θλίψεις ἐάν τίς ἀπομένουμε, βρίσκομε Χάρη παρά Κυρίου. Γι’ αὐτό μᾶς ἀφήνει ὁ Κύριος νά πειραζόμαστε, γιά νά δοκιμάζει τό ζῆλο καί τήν ἀγάπη πού ἔχουμε πρός αὐτόν.

Γι’ αὐτό χρειάζεται ὑπομονή. Χωρίς ὑπομονή δέν γίνεται ὁ ἄνθρωπος πρακτικός, δέν μαθαίνει τά πνευματικά, δέν φθάνει σέ… μέτρα ἀρετῆς καί τελειώσεως.

Ἀγάπα τόν Ἰησοῦ καί λέγε ἀδιάλειπτα τήν εὐχή καί αὐτή θά σέ φωτίζει στό δρόμο του.

Πρόσεχε νά μήν κατακρίνεις. Διότι ἀπό αὐτό παραχωρεῖ ὁ Θεός καί φεύγει ἡ Χάρη καί σέ ἀφήνει ὁ Κύριος νά πέφτεις, νά ταπεινώνεσαι, νά βλέπεις τά δικά σου σφάλματα. Ἀλλ’ ὅταν ὑποχωρεῖ ἡ Χάρη γιά νά δοκιμαστεῖ ὁ ἄνθρωπος, τότε γίνονται ὅλα σαρκικά καί πέφτει ἡ ψυχή. Σύ ὅμως τότε μή χάνεις τήν προθυμία σου, ἄλλα φώναζε διαρκῶς τήν εὐχή μέ βία, μέ τό ζόρι, μέ πόνο πολύ. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με».

Καί πάλι καί πολλές φορές, τό ἴδιο συνεχῶς. Καί σάν νά ἀτενίζεις νοερά τόν Χριστό νά τοῦ λέγεις, «… Δόξα σοί, δόξα σοί, ὁ Θεός μου». Καί ὑπομένοντας, πάλι θά ἔλθει ἡ Χάρη, πάλι ἡ χαρά. Ὅμως καί πάλι ὁ πειρασμός καί ἡ λύπη, ἡ ταραχή καί τά νεῦρα. Ἀλλά καί πάλιν ἀγώνας, νίκη, εὐχαριστία. Καί αὐτό γίνεται μέχρις ὅτου σιγά-σιγά καθαρίζεσαι ἀπό τά πάθη καί γίνεσαι πνευματικός…

Ἡ ἄσκηση, παιδί μου, θέλει στερήσεις. Θέλει ἀγώνα καί κόπο πολύ. Θέλει νά φωνάζεις μέρα καί νύκτα στόν Χριστό. Θέλει ὑπομονή σέ ὅλους τούς πειρασμούς καί τίς θλίψεις. Θέλει νά πνίξεις θυμό καί ἐπιθυμία.

Θά κουρασθεῖς πολύ, μέχρι νά καταλάβεις ὅτι προσευχή χωρίς προσοχή καί νήψη εἶναι χάσιμο χρόνου· κόπος χωρίς πληρωμή.

Πρέπει σέ ὅλες τίς αἰσθήσεις μέσα ἔξω νά βάλεις ἄγρυπνο φύλακα τήν προσοχή διότι χωρίς αὐτήν ὁ νοῦς καί οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς διαχέονται στά μάταια καί συνήθη, σάν τό ἄχρηστο νερό πού τρέχει στούς δρόμους.

Ποτέ κανένας δέν βρῆκε προσευχή χωρίς προσοχή καί νήψη. Κανένας ποτέ δέν ἀξιώθηκε νά ἀνεβεῖ πρός τά ἄνω χωρίς πρῶτα νά καταφρονήσει τά κάτω» (4)”.

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Συνεχίζεται…

  • 3. (Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής (1898-1959). Ἐκ τῆς ἐκδόσεως: Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής, ἔργον Ἱ. Μ. Καρακάλλου Ἁγίου Ὄρους, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη)
    (Τό παρόν φυλλάδιον εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό εὐρυτέραν ἐργασίαν περί τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ. Διανέμεται δωρεάν, τήν δέ δαπάνην ἀνέλαβε ἡ φιλόθεος προαίρεσις τοῦ ἀδελφοῦ Γεωργίου εἰς τόν ὁποῖον ἀναλογεῖ καί ὁ μισθός ἀπό τήν ὠφέλειαν πού θά προκύψη ἐκ τῆς ἀναγνώσεως.) (http://users.uoa.gr/)
  • 4. «Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», ἐκδόσεως Ἱ. Μ. Φιλοθέου, Ἅγιον Ὅρος-ἀποσπάσματα σέ νεοελληνική ἀπόδοση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου