Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

Το Συναξάρι του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού και Σπηλαιώτη (Η΄ Μέρος)

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Ὅταν ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τότε ἡ εὐχή μόνη της λέγεται» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Η΄ Μέρος

Μετά, ἀπό τήν προφορική ἐπίκλησι «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἡ εὐχή γίνεται ἐσωτερική. Ἀνοίγεται δρόμος μέσα στόν νοῦ καί τή λέει κατόπιν ὁ εὐχόμενος, χωρίς νά κάνη προσπάθεια. Σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνο καί ἀμέσως ἀρχίζει ἡ εὐχή μόνη της! (18)

Πρῶτα ἀρχίζει μέ τήν προσπάθεια νά λέγει τήν εὐχή προφορικά. Καί ἀφοῦ μέ τήν μπουλντόζα τῆς προφορικῆς ἐπίκλησης ἀνοίξη ὁ δρόμος, μετά περπατᾶ ἄνετα μέ τό αὐτοκινητάκι τοῦ νοῦ.

Ἡ προφορική ἐπίκλησις ἀνοίγει τόν δρόμο στό νοῦ καί ἡ εὐχή ἀρχίζει κατόπιν μόνη της νά προφέρεται μέ τόν ἐνδιάθετο λόγο ἄνετα μέσα στήν καρδιά.

Κι ἄν ἡ εὐχή προχωρῆ βαθύτερα καί προοδευτικότερα, κάτι πού ἀνήκει στούς κατ᾽ ἐξοχήν μεγάλους νηπτικούς Πατέρες, ἀνοίγει πλέον, ὄχι ἁπλός δρόμος, ἀλλά μία μεγάλη κανονική λεωφόρος μέσα στήν καρδιά.

Ὅταν ἡ καρδιά μελετᾶ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τότε γίνεται τό μεγάλο πανηγύρι, μέ μεγάλα ὀφέλη, μέ μεγάλα πνευματικά πλούτη.

Τότε βρίσκει ὁ ἀγαθός μοναχός τόν κεκρυμμένο μαργαρίτη, τόν πνευματικό θησαυρό καί μοιάζει μέ τόν σοφό ἔμπορο πού ἀντάλλαξε τά πάντα: περιουσίες, μόρφωση, κοσμική δόξα, οἰκείους, πατρίδα καί τέλος ἀκόμα καί τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, γιά νά ἀγοράση αὐτόν τόν θαυμαστόν κεκρυμμένο πολύτιμο μαργαρίτη καί νά γίνη πάμπλουτος ψυχικά καί πνευματικά.

Ἀλλά ξεκινάει ταπεινά ἀπό μικροπωλητής. Γι’ αὐτό χρειάζεται ἡ προφορική ἐπίκληση τῆς εὐχῆς: «Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με»”.

Ἅμα δέν ἐπιμέναμε στήν προφορική εὐχή καί τήν σιωπή, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ ἁγίου Γέροντος, ὁ νοῦς μας θά γύριζε ὅλα τά σοκάκια καί θά ἔφερνε ὅλα τά σκουπίδια τῆς φαντασίας στήν καρδιά.

ν δέν μᾶς ἔφερνε ὁ γλυκύτατος Θεός μας σ᾽ αὐτόν τόν μεγάλο Γέροντα, μόνο ἀκολουθίες θά διαβάζαμε. (19)”.

Καί ναί μέν οἱ ἀκολουθίες εἶναι ἐξαιρετικά ὠφέλιμες γιά τήν πνευματική ἀσθένειά μας, ἀλλά δέν ἔχουν τήν δύναμι νά κατευνάσουν τά πάθη, ὅπως ἡ νοερά εὐχή.

Κι αὐτό γιά τρεῖς λόγους:

«Πρῶτον, διότι μέ τήν Νοερά Προσευχή ὁ νοῦς δέν περισπᾶται σέ πολλά λόγια ὅπως στίς ἀκολουθίες, ἀλλά συγκεντρώνεται μόνο σέ λίγες λέξεις. Ἔτσι ὁ νοῦς ἀπορροφᾶ τήν εὐχή μέ περισσότερη εὐκολία καί ἄνεση καί εἰσέρχεται μαζί της μέσα στό βάθος τῆς καρδιᾶς.

Δεύτερον, διότι τήν εὐχούλα ὁ καθένας, ἀνεξαρτήτως μορφώσεως καί πνευματικοῦ ἐπιπέδου, μπορεῖ νά τήν λέγη. Οὔτε γράμματα χρειάζεται νά ξέρης οὔτε τό τυπικό οὔτε μουσική.

– Καί τέλος τό τρίτον, διότι τήν εὐχή μπορεῖς νά τήν λές ὅλη μέρα καί ὁπουδήποτε θέλεις.

Δέν ὑπάρχει συγκεκριμένος τόπος ἤ χρόνος ἤ κατάστασις, κατά τήν ὁποία δέν μπορεῖς νά προσευχηθῆς.

Μά στήν ἐκκλησία εἶσαι, μά στό Κελλί σου εἶσαι, μά στήν δουλειά εἶσαι, μά στόν δρόμο εἶσαι, μά στό νοσοκομεῖο εἶσαι, μά στήν φυλακή, ἡ ἀδιάλειπτη εὐχούλα ἀπό τίποτα δέν ἐμποδίζεται, τά πάντα ἁγιάζει καί τά δαιμόνια τήν φοβοῦνται».

Πολλές φορές ὅταν προσευχόμουν νοερά, ἀκολουθώντας πιστά τήν διδασκαλία τοῦ Γέροντός μας, ἄλλοτε ὁ νοῦς μου μέ ἀσύλληπτη ταχύτητα εἰσχωροῦσε σέ οὐράνιες πνευματικές θεωρίες, πού ξεπερνοῦσαν τήν ὑλική φύσι καί ἄλλοτε ἔνοιωθα σάν νά μήν μπορῆ ἡ προσευχή μου νά ξεπεράση τό ταβάνι τοῦ Κελλιοῦ μου.

-Καί ἔχοντας αὐτή τήν ἀπορία ρώτησα: «Γέροντα καμμία φορά στήν προσευχή μου, δέν μπορεῖ ὁ νοῦς μοῦ νά ξεπεράση τήν σκέπη τοῦ Κελλιοῦ μου. Γιατί αἰσθάνομαι αὐτό τό ἐμπόδιο;».

-“Τά δαιμόνια, παιδί μου, πού ἀοράτως βρίσκονται γύρω μας, αὐτά ἐμποδίζουν, κατ᾽ οἰκονομία Θεοῦ καί παραχώρησι, γιά νά διδαχθοῦμε ἐκ πείρας τόν ἀόρατο πόλεμό τους.

Παιδί μου καί ὁ βαρκάρης ἔτσι ἀκριβῶς κάνει, ὅταν ἔχει ἀεράκι, προχωράει ἀκόπως μέ τά πανιά, ὅταν ὅμως πέση ἄπνοια, νηνεμία, τότε πιάνει τά κουπιά. Καί τότε κοπιάζει, ἱδρώνει καί προχωράει.

Ἔτσι κι ἐμεῖς. Ὅταν ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τότε ἡ εὐχή μόνη της λέγεται.

Ὅταν ὅμως, γιά λόγους Θείας οἰκονομίας, ἀποσυρθῆ τότε πρέπει νά πιάσουμε τά κουπιά, νά ἀγωνισθοῦμε, νά ἱδρώσουμε καί νά δείξουμε τήν προαίρεσί μας.

Ἔτσι ἡ διδασκαλία τοῦ Γέροντός μας ἦταν ἡ ἐπιμονή στήν προσευχή. Εἴτε εἴχαμε πολλή βροχή εἴτε ὑπερβολική παγωνιά εἴτε μανιώδεις ἀνέμους, ἐμεῖς ἔπρεπε νά βιάζουμε τόν ἑαυτό μας στήν σωτήρια ἐπίκλησι τοῦ Χριστοῦ μας, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»!!!

Ὁ Ἅγιος παπά-Ἐφραίμ ὁ Kατουνακιώτης πρός τό τέλος τῆς ἐπιγείου ζωῆς του, ἤθελε νά ἐπισκεφθῆ γιά τελευταία φορά τά Καλύβια τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ στόν Ἅγιον Βασίλειο.

Μόλις πλησίασε τό ἐγκαταλελειμμένο ἐκκλησάκι τοῦ Κελλιοῦ τοῦ Γέροντος, μέ φανερή συγκίνησι καί ποταμούς δακρύων ἔλεγε στό συνοδό του: «Αἰωνία του ἡ μνήμη!

Αἰωνία του ἡ μνήμη! Χορτάσαμε Χάρι! Χορτάσαμε Χάρι!

Ἐδῶ ἐπί τρία χρόνια κοντά στόν Γέροντα Ἰωσήφ ἤπια νερό, ἀπό τό νερό τοῦ Παραδείσου!

Ὦ! τί Χάρις ἦταν ἐκείνη! Τήν ἐποχή ἐκείνη πού ἐπήγαινα εἰς τόν Ἅγιο Βασίλειο, εἰς τόν Γέροντα Ἰωσήφ, τί Χάρις ἦταν ἐκείνη!

Τί καταστάσεις Χάριτος! Τί Λειτουργίες! Τί θεωρίες! Tί Μυστήρια! Tί ἀποκαλύψεις.

Νόμιζες, ὅτι καί οἱ θάμνοι καί τά βράχια καί ἡ φύσις ὅλη δοξολογοῦσαν καί ὑμνολογοῦσαν τόν Θεό» (20)”. «Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Πράγματι, πόση εὐγνωμοσύνη χρωστᾶμε στόν Ἅγιο Γέροντα Ἰωσήφ τόν Ἡσυχαστή, γιά τήν εὐλογία πού μᾶς ἔδωσε μέ τά πνευματικά του τέκνα καί τά πνευματικά ἐγγόνια του, ὅλους τούς ἁγίους Πατέρες μας.

Αὐτοί μᾶς δίδαξαν τή νήψη καί τήν ἄσκηση στή ζωή μας. Βιώνουμε ταπεινά καί καθημερινά μαζί τους τά θαύματα καί τά θαυμάσια τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας.

Ἀδέλφια μου, πολύ μεγάλη εὐγνωμοσύνη καί εὐχαριστία αἰσθανόμαστε γιά τόν μακαριστό πνευματικό μας πατέρα Νικόλαο, γιά ὅλα ἐκεῖνα πού μᾶς προσέφερε μέ τήν καρδιά του καί τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη καί καθημερινή πατρική φροντίδα του.

«Αἰωνία ἡ μνήμη» του. Αἰώνια νά ὑπάρχει ἡ μνήμη γιά τόν ἅγιο πατέρα μας, μέσα στίς καρδιές ὅλων τῶν πνευματικῶν παιδιῶν του καί ἀκόμη ἄλλων τόσων ἀνθρώπων, ὅσων τόν ἀγάπησαν ἀληθινά, καί ὄχι ὑποκριτικά ἤ ψεύτικα.

Διότι ὁ πνευματικός μας π. Νικόλαος ὑπήρξε γιά ἐμᾶς, τά πνευματικά του παιδιά, ὁ πιό ἁπλός καί ταπεινός ἄνθρωπος στή ζωή μας. «Αἰωνία ἡ μνήμη» σου, πατέρα μας, π. Νικόλαε.

Αἰωνία ἡ μνήμη καί τῶν πνευματικῶν μας ἀδελφῶν πού κοιμήθηκαν πρόσφατα.

Μέ τό καλό ὅλοι μαζί στόν Παράδεισο. Αὐτή εἶναι ἡ εὐχή καί ἡ καθημερινή προσευχή μας. «Αἰωνία ἡ μνήμη» τους.

«Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἔνεκεν»!!!

 


«Ἡ νοερά προσευχή νά ἔχῃ δημιουργήσει τήν καθαρότητα καί τήν ἥσυχον καρδίαν» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Ζ΄ Μέρος

Ἡ διδασκαλία τοῦ Παπποῦ μας Ἁγίου Ἰωσήφ καί τοῦ Γέροντός μας Ἐφραίμ, ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ἡ πείρα τοῦ Γέροντός μας Ἐφραίμ εἰς τήν νοεράν προσευχήν, ὅπως μᾶς τήν παρέδωσεν, ἀποτελεῖ συνέχεια ὅλης τῆς νηπτικῆς ἀσκητικῆς Παραδόσεως. (16)

Λέγει ὁ Γέροντας Ἐφραίμ: «Ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τό κέντρον τῶν ὑπέρ φύσιν, τῶν κατά φύσιν καί τῶν παρά φύσιν κινήσεων. Τά πάντα ξεκινοῦν ἀπό τήν καρδίαν.

Ἐάν ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου καθαρισθῆ, τότε βλέπομεν τόν Θεόν. Ὁ Θεός εἶναι ἀθεώρητος· ὁ Θεός εἶναι Πνεῦμα.

Δύναται ὅμως νά βασιλεύσῃ εἰς τήν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν γίνῃ αὐτή καθαρόν δοχεῖον.

Διά νά γίνῃ δεκτικόν δοχεῖον ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου, πρέπει νά γίνῃ καθαρή. Δηλαδή, νά γίνῃ καθαρή ἀπό ἀκάθαρτους λογισμούς.

Διά νά καθαρισθῇ ὅμως ἡ καρδιά, πρέπει νά μπῆ εἰς αὐτήν κάποιο φάρμακον.

Τό φάρμακον αὐτό εἶναι ἡ νοερά προσευχή.

Ὅπου πηγαίνει ὁ βασιλεύς, διώκονται οἱ ἐχθροί· καί ὅταν μπῆ εἰς τήν καρδιά ὁ Χριστός, τό ὄνομά Του τό Ἅγιον, φυγαδεύονται τῶν δαιμόνων οἱ φάλαγγες.

Ὅταν ἐνθρονισθῇ μέσα καλά-καλά ὁ Χριστός, τότε ὑπακούουν τά πάντα.

Ἔτσι καί τό κράτος τῆς καρδιᾶς μας. Ἔχει μέσα ἐχθρούς, ἔχει ἐπαναστάσεις, ἔχει λογισμούς, ἔχει πάθη καί ἀδυναμίες, ἔχει τρικυμίες καί ταραχές.

Ὅλα εἰς τήν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου. Διά νά μπορέση αὐτό τό κράτος τῆς καρδιᾶς νά καθησυχάση καί νά ὑποταχθῆ, πρέπει νά ἔρθη ὁ Χριστός, ὁ Βασιλεύς, μέ τίς στρατιές του νά κυριεύση τό κράτος.

Νά διώξη τόν ἐχθρόν, τόν διάβολον, νά καθυποτάξῃ κάθε ἀνησυχία ἀπό πάθη καί ἀδυναμίες, ὥστε νά βασιλεύσῃ ἐκεῖνος σάν Αὐτοκράτωρ, σάν Παντοδύναμος.

Τότε αὐτό, κατά τούς Ἁγίους Πατέρας, λέγεται καρδιακή ἡσυχία.

Νά βασιλεύῃ ἡ προσευχή χωρίς νά διακόπτεται.

Ἡ νοερά προσευχή νά ἔχῃ δημιουργήσει τήν καθαρότητα καί τήν ἥσυχον καρδίαν» (17).

Ὁ μεγάλος ἀγώνας τοῦ ἀγωνιστοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά ἐπαναφέρη τόν νοῦν, πού μετεωρίζεται μέ τίς αἰσθήσεις ἔξω εἰς τά κτίσματα, μέσα εἰς τήν καρδίαν μας εἰς τό ταμεῖον τῶν λογισμῶν.

Ὁ μεγαλύτερος διδάσκαλος εἰς τόν ἄνθρωπον, διά τό Ἱερόν αὐτό ἔργον, εἶναι ἡ νοερά προσευχή.

Ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία προσελκύεται διά τῆς εὐχῆς, μᾶς διδάσκει ὅλα ὅσα χρειαζόμεθα.

Ὁ καλύτερος βοηθός, κατά τήν ὥραν τῆς ἐξόδου τῆς ψυχῆς ἀπό τόν κόσμον αὐτόν, εἶναι ἡ νοερά προσευχή.

Διότι τήν εὐχήν αὐτήν θά χρησιμοποιῆ ἡ ψυχή, ἐφ᾿ὅσον βέβαια τήν γνωρίζει. Ἡ ψυχή θά εἶναι ὁπλισμένη μέ τήν δύναμη τῆς προσευχῆς, μέ τό ἀκαταμάχητον Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖον τρέμουν οἱ δαίμονες καί δέν μποροῦν νά πλησιάσουν τήν ψυχήν: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Προσπάθησε πάντα ἡ εὐχή τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ νά ἐπενδύη ὅλα τά ἔργα σου, κάθε πνοή καί κάθε νόημα.

Ὢ τότε πόσο θά εὐφραίνεται ἡ καρδία σου! Πόσο θά χαίρεσαι, διότι θά ἀνεβαίνη ὁ νοῦς εἰς τά οὐράνια. Διά τοῦτο μήν ἀμελῆς νά λέγης: «Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησόν με».

Ὅταν ψάλης θά κατανοῆς τά ψαλλόμενα· θά ἔχῃς ὄρεξιν καί φωνήν ἱκανήν καί ταπείνωση διά νά ἀποδίδης καθώς ἁρμόζει τά λόγια τοῦ Θεοῦ.

Διά τοῦτο μήν ἀδικῆς ἄλλο τήν ψυχήν σου, ἀλλά καί ψάλλων λέγε ἐνδόμυχα τήν εὐχήν· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»!

Ὅταν ἐργάζεσαι ἄς μήν ἀπορροφᾶται ὅλη σου ἡ δύναμις εἰς τήν ἐργασίαν, ἀλλά νά λέγης -ψιθυριστά καί τήν εὐχήν.

Τότε καί τά ἔργα σου θά εἶναι ὀρθά, χωρίς λάθη, καθαρά ἀπό λογισμούς καί ἡ ἀπόδοσις τῆς ἐργασίας σου θά εἶναι ἄριστη καί μεγαλυτέρα.

Λέγε τήν εὐχήν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά νά εὐλογοῦνται ὅλα τά ἔργα σου· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον σκεπάζει τήν ψυχήν πού εὔχεται. Εἰσέρχεται μέχρι τά βάθη τῆς ψυχῆς, ἐλέγχει ὅλον τόν ἐσωτερικόν κόσμον τῆς ψυχῆς καί τόν κατευθύνει πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ τό Ἅγιον.

Τότε μόνον ἡ ψυχή ἔχει τήν δύναμι, νά εἴπῃ μαζί μέ τόν Προφήτην. «Εὐλόγει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον καί πάντα τά ἐντός μου, τό ὄνομα τό Ἅγιον αὐτοῦ» (Ψαλμός 102, 1).

Λέγε λοιπόν τήν εὐχήν διά νά ἔχῃς τήν σκέπην τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὅταν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καλύπτει τήν ψυχήν σου, αἰσθάνεσαι μιά πληρότητα καί μιά ταπείνωσιν. Δέν ἐπηρεάζεσαι ἀπό τήν ἀδικία, τήν εἰρωνεία ἤ τόν ἔπαινον.

Ζῆς σέ μιά ἀτμόσφαιρα πνευματική πού δέν εἰσέρχεται εὔκολα ὁ ἰός τῆς ἁμαρτίας. Ὁ πνευματικός ἀνακρίνει τά πάντα, αὐτός δέ ὑπ’ οὐδενός ἀνακρίνεται.

Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον σοῦ δίδει ἄλλα μάτια καί ἄλλην κρίσιν. Λέγε συνεχῶς τήν εὐχήν, διά νά ζῇς ἄνετα μέσα σέ κάθε περιβάλλον· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Ὡς ἄνθος ἀμάραντον καί δένδρον εὐσκιόφυλλον πεφυτευμένον παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται ἡ ψυχή σου ὅταν λέγης· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Λέγε τήν εὐχήν καί ἄφησε τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά εἰσέλθη εἰς τά βάθη τῆς ψυχῆς σου.

Γίνε τότε ἄγρυπνος θυρωρός τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς σου καί θεατής τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί λέγε μετ᾿ εὐφροσύνης· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἶναι ἡ εὐλογία ὅλου τοῦ κόσμου.

Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἶναι τό φῶς καί ἡ ζωή τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ἀνυμνεῖ καί δοξολογεῖ ἀπό τά βάθη αὐτῆς τό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος”.

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Το Συναξάρι του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού και Σπηλαιώτη (ΣΤ΄ Μέρος)

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Ἡ εὐχή ἔτσι πρέπει νά λέγεται μέ τόν ἐνδιάθετον λόγον» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

ΣΤ΄ Μέρος

Πρέπει, λοιπόν οἱ ἐν τῷ κόσμῳ ἀγωνιζόμενοι καί πιστοί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί νά λέγουν τήν εὐχήν αὐτήν, ἤ αὐτή ἡ εὐχή εἶναι μόνον διά τούς μοναχούς; Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Καθηγητής τῆς νοερᾶς προσευχῆς, εἶχε ἕναν ὑποτακτικόν, Ἰώβ τό ὄνομα, γηραλέον εἰς τήν ἡλικίαν καί ἁπλοῦν εἰς τούς τρόπους. (14)

Ἄκουσε μία ἡμέρα τόν Ἅγιον (Γέροντά του) Γρηγόριον πού ἐδίδασκε καί ἔλεγε εἰς τούς προσκυνητάς, ὅτι ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει νά προσεύχωνται μέ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, πάσης ἡλικίας καί πνευματικῆς καταστάσεως.

Διότι, ἐάν ἦταν ἀδύνατον νά γίνῃ αὐτό, δέν θά προέτρεπε ὁ Θεός, διά τοῦ Ἀποστόλου Παῦλου, νά εὔχωνται οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἀδιαλείπτως.

Αὐτήν τήν διδασκαλίαν ἔκαμε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος εἰς τούς Χριστιανούς πού ἐπήγαιναν νά τόν συμβουλευτοῦν. Εἶχε φύγει τότε ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος καί εὑρίσκετο εἰς τήν Θεσσαλονίκην.

Ὁ Ἰώβ ἀκούγοντας αὐτήν τήν διδασκαλίαν σκανδαλίσθηκε καί εἶπε πρός τόν Γέροντά του: «Ἐμεῖς εἴμεθα μοναχοί καί ἔχομε χρόνον νά λέγωμεν αὐτήν τήν εὐχήν. Οἱ λαϊκοί ὅμως πού ἔχουν τόσες μέριμνες καί ἀσχολίες μέ τήν οἰκογένειαν καί τίς ἐργασίες τους, πῶς μπορεῖ νά τό ἐπιτύχουν αὐτό; Νομίζω πώς ἡ προσευχή αὐτή εἶναι μόνον διά τούς μοναχούς».

Ὄχι, τοῦ λέγει, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος. Ἐάν ἦταν ἀκατόρθωτον, ὁ Θεός δέν θά προέτρεπε διά τοῦ Ἀποστόλου Παῦλου τό· «Πάντοτε χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντί εὐχαριστεῖτε· τοῦτο γάρ θέλημα Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς ὑμᾶς» (Α´ Θεσ. 5, 16-18).

Ἡ ρίζα καί ἡ ἀρχή τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους. Τόν καιρό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων δέν ὑπῆρχον μοναχοί.

Ἑπομένως, διά τούς εἰς τόν κόσμον ἀγωνιζόμενους Ὀρθόδοξους Χριστιανούς, ἀπευθύνει τήν προτροπήν αὐτήν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, περί τῆς προσευχῆς.

Ὁ Ἰώβ ὅμως δέν ἐπείθετο καί συνέχιζε νά ἐπιμένη εἰς τήν γνώμην του.

Διά τόν λόγον αὐτόν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος διέκοψε τήν συζήτησιν καί ἐπῆγε νά ἡσυχάση εἰς τό Κελλίον του. Τό ἴδιο ἔκανε καί ὁ μοναχός Ἰώβ.

Ὅταν ὅμως ὁ Ἰώβ ἔφθασε εἰς τό Κελλίον του, ἐμφανίσθηκε ἐνώπιόν του Ἄγγελος Κυρίου καί τοῦ λέγει: «Διατί ἀντιλέγεις καί δέν πείθεσαι εἰς ὅσα λέγει ὁ Γρηγόριος; Εἶναι σωστό αὐτό πού διδάσκει, διά τοῦτο νά ὑπακούης εἰς αὐτόν καί νά μήν ἀντιλέγης».

Ἔπειτα ἀπό τήν ἐμφάνισιν αὐτήν τοῦ Ἀγγέλου ὁ Ἰώβ συγκλονίσθηκε καί ἔτρεξε ἀμέσως πρός τόν Ἅγιον (Γέροντά του) Γρηγόριον καί τοῦ εἶπε τί ἀκριβῶς συνέβη.

Ἔβαλε τότε μετάνοια, ἐζήτησε συγχώρησι καί εἶπε πώς ἄλλη φορά δέν θά ἀντιλέγη.

Ὁ Ἅγιος Γέροντάς μας Ἐφραίμ, μᾶς ἐδίδασκε νά λέμε εἰς τήν ἀρχήν τήν εὐχήν προφορικά.

Πρέπει νά λέμε συνέχεια μέ τό στόμα: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Ἡ φωνή ἡ ὁποία βγαίνει ἀπό τό στόμα συγκεντρώνει τόν νοῦν, ὁ ὁποῖος μετεωρίζεται καί ἀρχίζει τότε ὁ νοῦς νά προσέχη εἰς τά λόγια τῆς εὐχῆς.

Ὅταν ἔχετε χρόνο εἰς τό σπίτι σας καί τήν ἀπαιτουμένη ἡσυχία ἀρχίσετε νά λέγετε μέ κατάνυξη τά λόγια τῆς εὐχῆς. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Καθώς περνάει ὁ χρόνος ἡ προφορική αὐτή εὐχή, ἑλκύει τόν νοῦν πρός τά ἔσω καί συγχρόνως δημιουργεῖται εἰς τήν ψυχήν ἕνα ἄλλο κλίμα. Αἰσθάνεται ἡ ψυχή χαρά, εἰρήνη, γλυκύτητα εἰς τό στόμα. Δέν θέλει καθόλου νά διακόπτῃ τήν εὐχήν.

Καί ὅταν ἐκ τῶν πραγμάτων ἀναγκάζεται νά διακόψῃ τήν εὐχήν, τό αἰσθάνεται αὐτό ἡ ψυχή μέσα της ὡσάν μιά μεγάλη ἔλλειψι.

Ὅταν ἀρχίσῃ νά συγκεντρώνεται ὁ νοῦς, τότε μποροῦμε νά λέγωμεν τήν εὐχήν νοερά, δηλαδή μέ τόν νοῦν. Ἐάν συνεχίσωμεν αὐτό τό ἱερόν ἔργον μέ συνέπεια καί τάξι καί λέγωμεν τήν εὐχήν ἄλλοτε μέ τό στόμα ἐκφώνως καί ἄλλοτε μέ τόν νοῦν, νά εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι θά αἰσθανθοῦμε μιά ἄλλη πνευματικήν κατάστασιν μέσα μας.

Ὅταν ἡ οἰκοκυρά ἐργάζεται μέσα εἰς τό σπίτι της καί μαγειρεύει ἤ πλένει ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο κάνει, ἄς λέγη ταυτοχρόνως καί τήν εὐχήν ἐκφώνως.

Θά φύγουν ὅλοι οἱ λογισμοί καί τό σπίτι της θά γίνῃ ἕνας αἰσθητός Παράδεισος.

Ὅλα τότε θά εἶναι ὄμορφα καί γαλήνια εἰς τό σπίτι της καί τά λόγια τῆς εὐχῆς, ὡσάν ἕνα ἱερό ἄσμα, θά διαποτίζουν τήν ψυχήν της καί ὅταν θά ἔλθουν τά παιδιά της ἀπό τό σχολεῖον καί ὁ ἄνδρας της ἀπό τήν ἐργασίαν, θά τούς ὑποδεχθῆ μέ τήν θερμότητα τῆς εὐχόμενης καρδίας της καί θά τούς ἀφαιρέση τόν κόπον καί τό ἄγχος.

Μόνον ἡ εὐχή, τό γλυκύτατον Ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, μπορεῖ νά διώξη ἀπό τό σπίτι τήν τηλεόραση ἤ νά τήν ρυθμίση.

Ὁ Γέρων Ἰωσήφ ὁ Σπηλαιώτης μᾶς συμβουλεύει μέ τά ἀκόλουθα λόγια διά τήν χρῆσιν τῆς εὐχῆς: «Ἡ εὐχή ἔτσι πρέπει νά λέγεται μέ τόν ἐνδιάθετον λόγον.

Ἀλλ᾿ ἐπειδή εἰς τήν ἀρχήν δέν τήν ἔχει συνηθίσει ὁ νοῦς τήν ξεχνᾶ. Γι᾿ αὐτό τήν λέγεις, πότε μέ τό στόμα καί πότε μέ τόν νοῦν. Καί αὐτό γίνεται μέχρις ὅτου τήν χορτάσῃ ὁ νοῦς καί γίνῃ ἐνέργεια.

Ἐνέργεια λέγεται ἐκεῖνο ὅπου, ὅταν λέγης τήν εὐχήν, αἰσθάνεσαι μέσα σου -χαρά καί ἀγαλλίασι- καί θέλεις διαρκῶς νά τήν λέγης.

Λοιπόν, ὅταν παραλάβη τήν εὐχήν ὁ νοῦς καί γίνῃ αὐτή ὅπου σοῦ γράφω ἡ χαρά, τότε θά λέγεται μέσα σου ἀδιαλείπτως, χωρίς τήν ἰδικήν σου βίαν. Αὐτό λέγεται αἴσθησις-ἐνέργεια, ἐπειδή ἡ χάρις ἐνεργεῖ χωρίς τήν θέλησιν τοῦ ἀνθρώπου.

Τρώγει, περιπατεῖ, κοιμᾶται, ἐξυπνά καί μέσα φωνάζει τήν εὐχήν. Καί ἔχει εἰρήνην καί χαράν» (15).

Εἰς τρεῖς τάξεις διαιρεῖται ἡ πνευματική κατάστασις τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ καθαρτική, ἡ δευτέρα ἡ φωτιστική καί ἡ τρίτη ἡ τελειωτική.

Ἡ καθαρτική κατάστασις βοηθεῖ πολύ τόν ἄνθρωπον νά καθαρίσῃ τήν καρδίαν του. Αὐτή ἡ καθαρτική χάρις αὐξάνει πολύ τήν νοεράν προσευχήν.

Χαρίζει μετάνοια, ζῆλον πνευματικόν καί ἀγωνίζεται μέ πολλήν ὄρεξιν ὁ ἄνθρωπος. Ἐπειδή δέν προσέξαμε εἰς τήν ζωήν μας καί ὁ νοῦς δέν ἀγρυπνοῦσε, διά νά μή περάσουν μέσα εἰς τήν καρδίαν μας ἐμπαθεῖς λογισμοί, ὁ χῶρος αὐτός τῆς καρδίας ἔχει γίνει ἀκάθαρτος ἀπό τούς λογισμούς.

Αὐτοί οἱ πονηροί καί ἐμπαθεῖς λογισμοί ἀποτελοῦν, κατά τούς Πατέρας, τό σκότος τῆς ψυχῆς. Τό πνευματικόν αὐτό σκότος μπορεῖ νά τό διαλύση μόνον ἡ νοερά Προσευχή, τό γλυκύτατον Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.

Αὐτό τό γλυκύτατον καί πανίσχυρον Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μας κάνει βαθειές τομές μέσα εἰς τήν καρδίαν μας καί ἐξέρχεται ὁ ἰός τῆς ἁμαρτίας.

Τά θανάσιμα πάθη καί τά πνευματικά ἕλκη δημιουργοῦν μιά δυσωδία εἰς τόν χῶρον τῆς ψυχῆς. Βάθος μέγα ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.

Τά πάντα ξεκινοῦν ἀπό αὐτό τό σαρκικόν ὄργανον, δηλαδή ἀπό τήν καρδίαν, διότι ἐκεῖ εὑρίσκονται ὅλοι οἱ λογισμοί τῆς ψυχῆς”.

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Ὅταν ἀναγνωρίζουμε ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τό χάρισμα, ὑπάρχει πολλή ταπείνωση» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Ε΄ Μέρος

Μία ἀπό τίς διδαχές τοῦ Ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστῆ, εἶναι ἡ ἑξῆς: «Μάθε ποιός εἶσαι, διότι μέ τή γνώση αὐτή γίνεσαι ὁ σοφότερος τῶν ἀνθρώπων. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα χρειάζεται τό «γνῶθι σαυτόν». Δηλαδή νά γνωρίσεις τόν ἑαυτό σου, ποιός εἶσαι. Ποιός εἶσαι στ’ ἀλήθεια, ὄχι ποιός νομίζεις ἐσύ ὅτι εἶσαι. (10)

Μέ τή γνώση αὐτή γίνεσαι ὁ σοφότερος τῶν ἀνθρώπων. Μέ τέτοια ἐπίγνωση ἔρχεσαι σέ ταπείνωση καί παίρνεις χάρη ἀπό τόν Κύριο. Διαφορετικά ἄν δέν ἀποκτήσεις αὐτογνωσία, ἀλλά ὑπολογίζεις μόνο τόν κόπο σου, γνώριζε ὅτι πάντοτε θά βρίσκεσαι μακριά ἀπό τό δρόμο.

Διότι δέν λέει ὁ Προφήτης· «ἴδε, Κύριε, τόν κόπον μου», ἀλλά «ἴδε, λέγει, τήν ταπείνωσίν μου καί τόν κόπον μου». Ὁ κόπος εἶναι γιά τό σῶμα, ἡ ταπείνωση γιά τή ψυχή καί πάλι τά δύο μαζί, κόπος καί ταπείνωση, γιά ὅλον τόν ἄνθρωπο.

Ποιός νίκησε τό διάβολο; Αὐτός πού γνώρισε τήν ἀσθένειά του, τά πάθη καί τά ἐλαττώματα, πού ἔχει. Ὁ φοβούμενος νά γνωρίσει τόν ἑαυτό του, αὐτός βρίσκεται μακριά ἀπό τή γνώση· ἄλλο τίποτε δέν ἀγαπᾶ παρά νά βλέπει μόνο λάθη στούς ἄλλους καί νά τούς κρίνει.

Αὐτός δέν βλέπει στούς ἄλλους χαρίσματα, ἀλλά μόνον ἐλαττώματα, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του ἐλαττώματα, παρά μόνο χαρίσματα.

Καί αὐτό εἶναι τό χαρακτηριστικό ἐλάττωμα τῶν ἀνθρώπων τοῦ… καιροῦ μας πού δέν ἀναγνωρίζουμε ὁ ἕνας τό χάρισμα τοῦ ἄλλου.

Ὁ ἕνας στερεῖται πολλά, μά οἱ πολλοί τά ἔχουν ὅλα. Αὐτό πού ἔχει ὁ ἕνας δέν τό ἔχει ὁ ἄλλος. Καί, ἄν αὐτό τό ἀναγνωρίζουμε, ὑπάρχει πολλή ταπείνωση.

Ὅταν ἀναγνωρίζουμε ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τό χάρισμα, ὑπάρχει πολλή ταπείνωση.

Γιατί ἔτσι τιμᾶται καί δοξάζεται ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μέ πολλούς τρόπους στόλισε τούς ἀνθρώπους καί ἔκανε ὅλα τά δημιουργήματά του ἄνισα, δηλαδή ἐντελῶς διαφορετικά.

Ὄχι ὅπως προσπαθοῦν οἱ ἀσεβεῖς νά φέρουν ἰσότητα ἀνατρέποντας τήν Θεία Δημιουργία”. (11)

Ὁ Θεός «τά πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησεν». Γι’ αὐτό, παιδί μου, τώρα πού εἶναι ἡ ἀρχή φρόντισε νά γνωρίσεις καλά τόν ἑαυτό σου, γιά νά βάλεις θεμέλιο στερεό τήν ταπείνωση.

Φρόντισε νά μάθεις τήν ὑπακοή, νά ἀποκτήσεις τήν εὐχή.

Γι’ αὐτό πρῶτα γνώριζε, παιδί μου, ὅτι κάθε ἀγαθό ἀπό τό Θεό ἔχει τήν ἀρχή.

Ποτέ δέν γίνεται ἀγαθός λογισμός πού νά μήν ἔχει αἰτία τό Θεό, οὔτε πονηρός πού νά μήν ἔχει αἰτία τό Διάβολο. Ὅ,τι καλό λοιπόν διανοηθείς, πεῖς, κάνεις, ὅλα εἶναι τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. «Πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθεν έστι καταβαῖνον». Ὅλα εἶναι τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ· δικό μας δέν ἔχουμε τίποτε. (12)

Ἐπιστολή Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστή: «Ἡ Ἐκκλησία, ὁ κόσμος, δέν θά διορθωθῇ ἀπό ἐσένα.

Ἐνῶ ἐσύ θά διορθωθῇς, θά τελειωθῇς, θά φωτισθῇς, διά νά φωτίσῃς τούς θέλοντας.

Τόν κόσμον μόνον ὁ πόλεμος θά τόν διορθώσῃ ὅπου ἤδη θά ἔλθῃ ἤ καί ἔρχεται μετά καλπασμοῦ.

Ἡ δυστυχία θά φέρῃ πολλούς εἰς συναίσθησιν· οἱ δέ ἀμετανόητοι, ἀναπολόγητοι!» (13).

Πράγματι, ὅλα γίνονται πρός δόξαν Θεοῦ: “Διά νά βοηθήσουμε αὐτούς πού ἐπιθυμοῦν νά ἀσκοῦνται εἰς τήν νοεράν Προσευχήν, παραθέτουμε ὁρισμένα κείμενα τῶν Θεοφόρων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦν διά τήν ἀναγκαιότητα καί τήν σημασίαν τῆς προσευχῆς αὐτῆς.

Σκοπός αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου τοῦ φυλλαδίου εἶναι νά εὑρεθοῦν ἄνθρωποι πού ἀπό φιλότιμο καί ἀγάπη Χριστοῦ θά πιάσουν τό κομποσχοίνι στά χέρια τους καί θά λέγουν διαρκῶς τήν εὐχήν. Ὅλα τά ἄλλα τά ἀφήνομεν εἰς τήν Πρόνοιαν καί τή φιλανθρωπία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ”.

Θά πρέπει ὅλοι οἱ ἀγωνιζόμενοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί νά προσεύχονται μέ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ:

«Κάθε ἀγωνιζόμενος καί πιστός Ὀρθόδοξος Χριστιανός μέσα εἰς τόν κόσμον πού ἐξομολογεῖται εἰς τόν ἅγιον πνευματικόν του πατέρα καί κοινωνεῖ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖ τήν νοεράν προσευχήν, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με».

Ἡ ἐξομολόγησις καί ἡ Θεία Κοινωνία δημιουργοῦν τίς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις διά νά ἐνεργήση ἡ χάρις τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Ἡ κάθαρσις τῆς ψυχῆς, πού ἐπιτελεῖται διά τῆς Ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, θά καταστήσῃ τήν ψυχήν δεκτικήν τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἀνάλογα πρός τήν κάθαρσιν τῆς ψυχῆς ἔρχεται καί ὁ φωτισμός τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε ἡ ψυχή εἰρηνεύει, χαίρεται, ἀγωνίζεται μέ περισσότερη βία, μέ μεγαλύτερη διάκριση.

Ἀφοῦ λοιπόν ἡ ψυχή σας εὑρίσκεται εἰς αὐτήν τήν κατάστασιν, ρίψετε αὐτόν τόν εὐλογημένον σπόρον εἰς τόν καλλιεργημένον τόπον τῆς ψυχῆς σας.

Ἀνοίξετε τήν ψυχήν σας καί δεχθεῖτε τήν χάρη τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Θά βλαστήση, θά ἀνθοφορήση καί θά καρποφορήση θαλερούς καρπούς, πού δέν σήπονται, ἀλλά εὐωδιάζουν καί ἀποθηκεύονται εἰς τήν ἀποθήκην τοῦ Οὐρανίου Πατρός.

Ὅταν μόνοι σας προφορικά λέγετε τά εὐλογημένα αὐτά λόγια τῆς εὐχῆς τό στόμα σας θά γλυκαίνεται, ἡ ψυχή σας θά χαίρεται καί θά εἶναι ὡς δένδρον πεφυτευμένον παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων καί δέν θά λείψουν ποτέ ἀπό αὐτήν οἱ καρποί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Πρός Γαλ. 5, 22).

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Το Συναξάρι του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού και Σπηλαιώτη (Δ΄ Μέρος)

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Καί εὐθύς ἤρχισεν ἡ καρδία μου ὡσάν ὡρολόγιον νά λέγη τήν εὐχήν νοερῶς» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Δ΄ Μέρος

Αὐτός εἶναι ὁ Ἅγιος Γέρων Ἰωσήφ· ὁ γενναῖος στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μέ τήν βοήθειαν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ πολεμεῖ εἰς τήν πρώτην γραμμήν καί ἀποδιώκει τάς φάλαγγας τῶν δαιμόνων. (7)

Αὐτός, ὅπως βεβαιώνη ὁ ἴδιος, εἰσῆλθεν εἰς ὅλα τά καταφύγια τοῦ διαβόλου καί κατατρόπωσε αὐτόν: «Κἀγώ δέ ἐπ᾿ ἀληθείας σᾶς λέγω ὅτι εἰσῆλθον εἰς ὅλα τά καταφύγια τοῦ ἐχθροῦ καί σκληρῶς μονομαχήσας ἐξῆλθον διά τῆς χάριτος».

Ἐκοπίασεν ὅσον ὀλίγοι ψάχνοντας νά βρῆ τήν ἀρετήν. Συνέλεξε ὡς μέλισσα τό πνευματικόν μέλι, ὅλην τήν ἀσκητικήν διδασκαλίαν καί Παράδοσιν πού εὑρῆκε εἰς τό Ἅγιον Ὄρος καί τήν παρέδωσε εἰς τά παιδιά του.

Αὐτό εἶναι τό δεύτερον βασικόν ἔργον τοῦ Παππού μας Ἰωσήφ. Πρῶτον ἔσκαψε βαθειά μέσα εἰς τήν καρδίαν του, ἔδιωξε τά πάθη, ἔκλεισε καί ἐπανέφερε τόν νοῦν μέσα εἰς τήν ψυχήν του, ἐλειτουργοῦσε ἀδιάλειπτα ἡ εὐχή μέσα του, ἐμορφώθη ἐν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Ἀνακαίνισε τόν ἑαυτόν του καί ἀκριβῶς αὐτόν τόν ἀνακαινισμένον ἄνθρωπον παρέδωσεν ὡς ὑπόδειγμα εἰς τά παιδιά του καί ἐν συνεχείᾳ εἰς τά ἐγγόνια του.

Ὁ Παππούς μας Ἰωσήφ εὑρῆκε πολλούς Πατέρας μέ μεγάλες πνευματικές καταστάσεις. Δέν ἄφησαν ὅμως πνευματικούς κληρονόμους τῆς ἀρετῆς των.

Ἡ ἀρετή πολλῶν ἀσκητῶν ἔγινε γνωστή διά μέσου τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ πού ἔψαχνε νά τούς βρῆ καί νά τούς μιμηθῆ. Διά τόν λόγον αὐτόν ἡ συμβολή τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ εἶναι πολλή μεγάλη εἰς τήν πορείαν τοῦ Ἁγιορείτικου μοναχισμοῦ.

Παρέδωσε τήν ἀσκητική του πείρα εἰς τά παιδιά του. Διά νά συνεχισθῇ ἡ ἀσκητική Παράδοσις δέν ἐπαρκοῦν τά βιβλία. Χρειάζεται καί ἡ προφορική διδασκαλία, τό προσωπικόν παράδειγμα καί ἡ ἐπίβλεψις τοῦ ἀγωνιζομένου μοναχοῦ ἀπό τόν Ἅγιο Γέροντά του, διά νά ἐπιλύωνται ὅλα τά ἀναφυόμενα προβλήματα καί νά ἀποδιώκωνται οἱ πανουργίες τοῦ πονηροῦ διαβόλου.

Ἐπειδή ὅμως αὐτή ἡ ὀρθόδοξη νηπτική καί ἀσκητική Παράδοσις ἔφθασε ἕως καί τήν ἰδικήν μας γενεά, ἔχομεν μεγίστην ὑποχρέωσιν νά τήν συνεχίζωμεν καί ἐμεῖς μέ τήν βοήθειαν καί τήν χάριν τῆς Παναγίας μας, ἡ ὁποία ἔστω καί μία εὐκαιρία ἀποζητᾶ διά νά ἁπλώση τό χέρι της νά μᾶς βοηθήση, νά εὐλογήση τόν κόπο καί τήν προσευχή μας.

Καί οἱ πνευματικές ἐμπειρίες τοῦ Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ καί Παπποῦ μας καί οἱ Πατρικές νουθεσίες τοῦ Ἁγίου Γέροντός μας Ἐφραίμ εἰς ἕνα κυρίως σκοπό ἀποβλέπουν καί εἰς μίαν μεγίστην πνευματικήν ἀνάβασιν μᾶς παρωθοῦν:

«Νά ἀποκτήσωμεν τήν νοεράν προσευχήν καί διά τῆς καλλιέργειας αὐτῆς νά ἀνέβουμε πνευματικά, συνεχίζοντας αὐτήν τήν πνευματική πατρική κληρονομιά καί ὅλην τήν ἀσκητικήν Παράδοσιν τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐάν αὐτό τό ἐπιμεληθοῦμε καί τό ἐπιτύχωμεν, τότε θά ἐπιτύχωμεν καί τόν προορισμόν μας ὡς μοναχοί».

Τήν διδασκαλίαν τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τήν παρέλαβον καί τήν συνέχισαν τρεῖς ἀπό τούς ὑποτακτικούς του. Ὁ Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Βατοπαιδινός, ὁ Γέροντας Ἐφραίμ, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου καί ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Χαράλαμπος, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου.

Εἰς ἕξι Μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους σήμερα εἶναι ἡγούμενοι ἀπό τούς ἄμεσα ἁγίους πνευματικούς ἀπογόνους τοῦ μακαριστοῦ Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ.

Ὑπάρχουν ἐπίσης καί πολλά Μοναστήρια ἐκτός τοῦ Ἁγίου Ὄρους πού ἐξαρτῶνται καί κατευθύνονται ἀπό τούς ἰδικούς του ἀπογόνους.

Ὑπολογίζουν ὅτι τά πνευματικά ἐγγόνια τοῦ μακαρίου Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ εἶναι περίπου χίλια (1000). Ἔχουν δέ ὡς κύριον σκοπόν τῆς νηπτικῆς ζωῆς καί ἱεράν παρακαταθήκην ἀπό τόν ἀξιοσέβαστον Παπποῦ τους τήν ἀπόκτηση καί τήν καλλιέργειαν τῆς ἀδιάλειπτης νοερᾶς προσευχῆς.

Καί αὐτό πού μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπιτελεῖται σήμερα εἰς τά νέα φυτώρια, τά νέα Μοναστήρια τῆς Ἀμερικῆς καί τοῦ Καναδᾶ, εἶναι ἕνα θαυμαστό καί πρωτόγνωρο ἔργο. Μεγάλη οἰκονομία τῆς Θείας Προνοίας.

Εἰς τό ἔργο αὐτό ἱδρυτής καί καθοδηγητής εἶναι ὁ ἅγιος Γέροντάς μου Ἐφραίμ, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου. Ἐγκατέστησε εἰς διάφορα μέρη τούς πρώτους πυρῆνες ἀπό τά γυναικεῖα καί τά ἀνδρῶα μοναστήρια τῆς Ἑλλάδος.

Ἀπό τίς παλιές μοναστικές κυψέλες ἐπέταξαν μικρά σμήνη, νέες βασίλισσες καί ἐκεῖ ἐδημιούργησαν τά νέα μοναστικά κοινόβια, ὅπου καλλιεργεῖται τό μέλι τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Ὁ Γέροντας Ἐφραίμ ἔχει ἐγκατασταθῆ μόνιμα εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου εἰς τήν Ἀριζόνα. Ἀπό ἐκεῖ πλέον κατευθύνει τά δέκα ὀκτώ Μοναστήρια πού ἔχει ἱδρύσει ἕως τώρα εἰς τήν Ἀμερικήν καί τόν Καναδά, ἀλλά καί γενικά ὅλον τό πνευματικόν του ἔργον.

Εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου εἰς τήν Ἀριζόνα συρρέουν κάθε ἡμέρα ἑκατοντάδες προσκυνηταί καί ἔγινε ἡ ἔρημος μιά πνευματική ὄασις, ἡ ὁποία ἀναγεννᾶ τόν κόσμον. Τό ἔργον τῶν δέκα ὀκτώ αὐτῶν πνευματικῶν νησίδων εἶναι πάρα πολύ μεγάλο. Μέ ἀνθρώπινα κριτήρια δέν ἠμποροῦμε νά τό ὑπολογίσωμεν.

Τά μοναστήρια αὐτά μετέφεραν ὅλην τήν ἀσκητικήν, νηπτικήν Παράδοσιν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἀνανεώνεται καί ζωογονεῖται ὁ ἀπόδημος Ἑλληνισμός.

Βιώνει τήν Ὀρθοδοξία μέσα εἰς τήν Βαβυλωνίαν τῶν αἱρέσεων καί ὑποδεικνύεται τό Ὀρθόδοξον δόγμα καί ἀναπτερώνεται ἁγιοπνευματικά τό συναίσθημα καί ἡ ἀγάπηπρός τόν Θεόν.Δημιουργεῖται μιά Νέα Ἑλλάδα μέσα εἰς τήν ἀπέραντο αὐτή ἤπειρο ἀπό ἕναν Γέροντα Ἐφραίμ πού ξεκίνησε ἀπό ἕνα Σπήλαιο τοῦ Ἄθωνος, μαθητής γενόμενος τοῦ Παπποῦ μας Ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ Σπηλαιώτου.

Πῶς νά μήν δοξολογήσωμεν τόν Ἅγιον Θεόν καί τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον πού μᾶς κατέστησαν κληρονόμους μιᾶς τέτοιας πνευματικῆς κληρονομιᾶς καί πῶς νά μήν εὐχάριστησωμεν καί τόν Σεβαστόν μας Γέροντα Ἐφραίμ πού μᾶς ἀνέλυσε καί μᾶς ἐδίδαξε πλουσιοπάροχα τήν συνοπτικήν διδασκαλίαν τοῦ Παπποῦ μας Ἁγίου Ἰωσήφ; Ἀλλά ἄς ἐπανέλθωμεν πάλιν εἰς τόν Ἅγιον Γέροντα Ἰωσήφ, διά νά ἀκούσωμεν ζωντανόν τόν λόγον του.

«Τά σπήλαια ὁλοκλήρου τοῦ Ἄθωνος μέ ὑπεδέχοντο ἐπισκέπτην· βῆμα πρός βῆμα, ὡσάν τάς ἐλάφους, ὁπού ζητοῦν νοτίδα ὑδάτων διά νά δροσίσουν τήν δίψαν τους, οὕτως ἐζήτουν νά εὕρω πνευματικόν νά μέ διδάξη οὐράνιον θεωρίαν καί πράξιν».

Ἀπό τόν πολύ πόθον ὅπου εἶχε διά τήν ἐρημικήν ζωήν τῶν παλαιῶν ἀσκητῶν, ἡ Παναγία μας δέν τόν ἄφησεν ἀπαρηγόρητον, ἀλλά τοῦ ἔδωσε τό χάρισμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὅταν ἀκόμη ἦταν δόκιμος μοναχός:

«Καί μίαν ἡμέραν μέ ἔτυχαν πολλοί πειρασμοί. Καί ὅλην αὐτήν τήν ἡμέραν ἐφώναζα μέσα μου με ἀκόμη μεγαλύτερον πόνον.

Καί πλέον τό βράδυ, δύοντος τοῦ ἡλίου, κατέπαυσα· νηστικός, παϊλτισμένος ἀπό τά δάκρυα.

Ἐκοίταζα τήν Ἐκκλησίαν, τήν Ἁγίαν Μεταμόρφωσιν του Σωτήρος εἰς τήν Κορυφήν καί παρεκάλουν τόν Κύριον μαραμένος καί πληγωμένος.

Καί ἀπό ἐκεῖθεν μοῦ ἐφάνη ὅτι ἦλθεν μία βιαία πνοή. Καί ἐγέμισεν ἡ ψυχή μου ἄρρητον εὐωδίαν. Καί εὐθύς ἤρχισεν ἡ καρδία μου ὡσάν ὡρολόγιον νά λέγη τήν εὐχήν νοερῶς.

Ἠγέρθην λοιπόν πλήρης χάριτος καί ἀπείρου χαρᾶς καί ἐμβῆκα εἰς τό σπήλαιον. Καί κύψας τήν σιαγόνα μου εἰς τό στῆθος ἤρχισα νοερῶς νά λέγω τήν εὐχήν. Ἔκτοτε δέν ἔπαυσεν νοερῶς μέσα μου νά λέγεται ἡ εὐχή» (8).

Ἀλλά ἄς ἀκούσωμεν καί τόν Γέροντα Ἐφραίμ πῶς προτρέπει καί παρακινεῖ τά πνευματικά του παιδιά νά λέγουν τήν εὐχήν: «Παιδιά μου, σας παρακαλῶ διά τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, μή σταματᾶτε τήν εὐχήν τοῦ Χριστοῦ μας, οὐδέ ἐπ᾿ ἐλάχιστον.

Τά χείλη σας συνεχῶς νά μουρμουρίζουν τήν εὐχήν τοῦ Ἰησοῦ, τόν καταλύτην τοῦ διαβόλου καί πάσης μηχανορραφίας αὐτοῦ. Φωνάζετε ἀδιακόπως εἰς βοήθειάν σας τόν Χριστόν μας, καί αὐτός πάραυτα σπεύδει ὁλοκαρδίως νά μᾶς βοηθήση.

Ὅπως τό πυρακτωμένο σίδηρο γίνεται ἀπλησίαστο, ἔτσι γίνεται καί ἡ ψυχή τοῦ ἔχοντος τήν εὐχήν τοῦ Χριστοῦ. Οἱ δαίμονες δέν τήν πλησιάζουν. Πῶς νά τήν ἐγγίσουν; Ἐάν τήν ἐγγίσσουν θά καοῦν ἀπό τό θεϊκόν πῦρ πού περικλείει μέσα τό Θεῖον ὄνομα.

Βιάζεσθε εἰς τήν εὐχήν τοῦ Ἰησοῦ μας. Αὐτή θά γίνῃ τά πάντα. Τροφή καί πόμα καί ἔνδυμα καί φῶς καί παρηγοριά καί ζωή πνευματική. Τά πάντα γίνεται εἰς τόν κατέχοντα αὐτήν. Χωρίς αὐτήν τό κενόν τῆς ψυχῆς δέν ἱκανοποιεῖται» (9).

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Το Συναξάρι του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού και Σπηλαιώτη (Γ΄ Μέρος)

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Εἶναι δέ ἀληθές ὅτι καί ὡς κοσμικός ἤμουν τοιαύτης ἀνδρείας ψυχῆς» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Γ΄ Μέρος

Εἰσαγωγή διά τήν ἀσκητική Παράδοση τοῦ Ἁγίου Ὄρους: (5)“Ἡ ἀσκητική παράδοσις εἰς τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι τόσον δυνατή, ὥστε ἐφ᾿ ὅσον ζῆς εἰς τό περιβόλι τῆς Παναγίας μας, πρέπει νά τήν ἀκολουθήσης. Ἀπορρέει μέσα ἀπό τήν ψυχή ἕνα αἴσθημα σεβασμοῦ καί ὑπακοῆς πρός τήν ἱερότητα τοῦ χώρου αὐτοῦ.

Ἐάν δέν ἐγκλιματισθῆς εἰς τόν χῶρον αὐτόν καί δέν θέλησης νά ἀγωνισθῆς καί νά κρατήσης αὐτήν τήν Παράδοσιν, αἰσθάνεσαι ὅτι δέν ἔχεις θέσιν εἰς αὐτόν τόν χῶρον.

Παραμένοντας κανείς εἰς τό Ἅγιον Ὄρος, εἰς τό Περιβόλι τῆς Παναγίας μας, σημαίνει ὅτι ἀπό τήν ἰδικήν του προαίρεση ἀγαπᾶ καί ὑπακούει εἰς ὅλην αὐτήν τήν ἀσκητικήν Παράδοσιν καί ἐντάσσεται ταπεινά μέσα εἰς αὐτήν τήν μεγάλην καί εὐλογημένην Ἁγιορειτικήν ἀδελφότητα.

Οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες εἶναι ἐγκατεσπαρμένοι εἰς τά εἴκοσι κοινόβια, εἰς τίς Σκῆτες, τά Κελλία καί τά ἐρημητήρια· διατηροῦν μέν τήν ἴδια Ἅγιορείτικην Παράδοσιν, ἀλλά μέ τό ὀλίγον διαφορετικόν λειτουργικόν πρόγραμμα ἀπό τόπου εἰς τόπον συντελοῦν, ὥστε ἡ προσευχή νά μή καταπαύη ποτέ εἰς τό Περιβόλι τῆς Παναγίας μας.

Ἡ νοερά προσευχή βέβαια δέν περικλείεται σέ τυπικόν καί πρόγραμμα, ἀλλά συντελεῖται μυστικά καί ἀθόρυβα πάντοτε. Ἐδῶ ἁπλῶς ἐννοοῦμε τίς τακτικές ἀκολουθίες πού γίνονται εἰς τόν Ἱερόν Ναόν.

Ἡ ἀξία τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι πάρα πολύ μεγάλη διά τήν ζωήν μας.

Εἶναι ἕνας ἀγνοημένος καί κρυμμένος θησαυρός, πού ὅποιος τόν ἀνακαλύψη καί τόν κρύψη μέσα εἰς τήν ψυχήν του αἰσθάνεται ὅτι εἰσέρχεται εἰς τήν αἰώνιον ζωήν.

Ἡ νοερά προσευχή ἀρωματίζει ὅλα τά ἔργα μας, ἐνισχύει τήν ψυχήν εἰς τήν ἄσκησιν, περικόπτει τά διάφορα πάθη, φωτίζει τόν νοῦν καί ὁ πιστός ἄνθρωπος πού ἔχει φωτισμένον νοῦ ἀπό τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι μιά εὐλογία μέσα εἰς τήν Ἐκκλησία.

Συνασκούμενοι καί συνεργαζόμενοι ὅλοι μαζί οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες δίδουν μιά μαρτυρία Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ζωῆς εἰς τόν σύγχρονον κόσμον.

Ἀπό τόν λόγον αὐτόν ὅλον τό Ἅγιον Ὄρος κατακλύζεται ἀπό τούς προσκυνητάς, οἱ ὁποῖοι μέ ζῆλον καί πόθον ψάχνουν νά βροῦν τήν προσευχήν, τήν ἄσκησιν, τήν ἀρετήν, τήν λύσιν τῶν προβλημάτων τους.

Τό Ἁγιώνυμον Ὄρος ἦτο ἀνέκαθεν καί θά εἶναι πάντοτε, μέ τήν πρεσβείαν τῆς Ὀροφυλάκισσας Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἕνας ὁλοφώτεινος Ναός πού θά φρυκτωρῆ καί θά ἐξακτινώνη τό φῶς του πρός τά πέρατα τοῦ κόσμου.

Αὐτή ὅμως ἡ περίβλεπτος θέσις τοῦ Ἁγίου Ὄρους μᾶς ἐπιβάλλει νά καθιστοῦμε αὐτό, μέ τήν εὐλογίαν καί τήν προστασίαν τῆς Παναγίας μας, τόπον μετανοίας καί προσευχῆς.

Τό (μέγιστο) χρέος πού ἀπορρέει ἀπό ὅλους τούς Ἁγιορεῖτες Πατέρες εἶναι νά διατηρήσωμεν αὐτήν τήν πνευματικήν κληρονομίαν καί τήν χάριν τῆς νοερᾶς προσευχῆς ὡς τήν μεγίστην ὑπακοήν καί ἐκπλήρωσιν τῶν μοναχικῶν μας ὑποσχέσεων.

Ὁ Ἅγιος Γέρων Ἰωσήφ ἦταν ἕνας πολύ μεγάλος βιαστής εἰς τόν ἑαυτόν του καί ἐμπειρότατος ἀσκητής. Ἐκοπίασεν ὅσον ὀλίγοι γιά νά ἀποκτήση τήν νοεράν προσευχήν καί νά κατανικήση τά πάθη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.

Εἰς τίς ἐπιστολές του παρουσιάζεται ἡ ἀσκητική του διαγωγή, ἐκφράζεται ὅλη ἡ μοναχική του ἐμπειρία καί ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ζωή του δέν ἀπέχει πολύ ἀπό τούς ἀσκητάς τῆς ἐρήμου τῶν πρώτων αἰώνων.

Οἱ συμπλοκές του μέ τούς δαίμονας ἐνθυμίζουν τούς ἀγώνας τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου καί τῶν μεγάλων ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου. Ἐπάλαισε μέ τά δαιμόνια εἰς τήν πρώτην γραμμή.

Ποίος μπορεῖ νά παραμείνη ἀσυγκίνητος, ὅταν ἀκούη αὐτό τό ἀσκητικόν πολεμικόν διάγγελμα:

«Ἔκτοτε ἤρχισαν οἱ ἄγριοι πόλεμοι, ὅπου δέν μέ ἄφηναν ἡμέραν καί νύκτα.

Ἄγριοι πόλεμοι!

Μήτε ὥραν νά ἡσυχάσω.

Ἐπίσης καί ἐγώ εἶχον μανίαν εἰς αὐτούς.

Ἐξ ὥρας καθήμενος εἰς τήν προσευχήν δέν ἐσυγχώρουν νά βγῆ ἀπό τήν καρδίαν.

Ἀπό τό σῶμα μου ὁ ἱδρῶτας ἔτρεχεν ὡσάν βρύσι.

Ξύλον ἀλύπητα.

Πόνος καί δάκρυα.

Νηστεία ἄκρα καί ὁλονύκτιος ἀγρυπνία».

Θέλετε νά παρακολουθήσετε καί τήν πολεμικήν συμπλοκήν μετά τῶν δαιμόνων; Ἄς ἀκούσωμεν τήν καταπληκτικήν αὐτήν σύγκρουσιν ὅπως τήν διηγεῖται ὁ ἴδιος:

«Λοιπόν μίαν νύκτα, καθώς ηὐχόμην, ἦλθον πάλιν εἰς θεωρίαν καί ἡρπάγη ὁ νοῦς μου εἰς ἕνα κάμπον· καί ἦσαν κατά τάξιν -κατά σειράν- μοναχοί συνταγμένοι πρός μάχην.

Καί ἕνας στρατηγός ἦλθε πλησίον μου καί μοῦ λέγει: Θέλεις, μοῦ λέγει, νά εἰσέλθης νά πολεμήσης εἰς τήν πρώτην γραμμήν;

Καί ἐγώ τοῦ ἀπάντησα ὅτι σφόδρα ἐπιθυμῶ νά μονομαχήσω μέ τούς ἀντίκρυ αἰθίοπας, ὅπου ἦσαν κατέναντι ὠρυόμενοι καί πῦρ πνέοντες ὡσάν ἄγριοι σκύλοι, ὁπού μόνον ἡ θεωρία τους σοῦ ἐπροξένει τόν φόβον.

Ἀλλ᾿ εἰς ἐμένα δέν ἦταν φόβος· διότι εἶχον τόσην μανίαν, ὅπου μέ τά δόντια μου νά τούς σχίσω.

Εἶναι δέ ἀληθές ὅτι καί ὡς κοσμικός ἤμουν τοιαύτης ἀνδρείας ψυχῆς.

Τότε λοιπόν μέ χωρίζει ὁ στρατηγός ἀπό τάς γραμμάς, ὅπου ἦταν ἡ πληθύς τῶν Πατέρων.

Καί ἀφοῦ διήλθομεν τρεῖς ἤ τέσσαρας γραμμάς συνταγματικῶς μέ ἔφερεν εἰς τήν πρώτην γραμμήν, ὅπου ἦσαν ἕνας ἤ δυό ἀκόμη κατά πρόσωπον τῶν ἀγρίων δαιμόνων.

Αὐτοί ἦσαν ἕτοιμοι νά ὁρμήσουν καί ἐγώ ἔπνεον πῦρ καί μανίαν κατ’ ἐναντίον τους.

Καί μέ ἄφησε ἐκεῖ ἀφοῦ εἶπε: «Ὅποιος ἐπιθυμεῖ νά πολεμήση ἀνδρείως μέ αὐτούς, ἐγώ δέν τόν ἐμποδίζω, ἀλλά βοηθῶ» (6).

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Συνεχίζεται…

  • 5. (Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής (1898-1959). Ἐκ τῆς ἐκδόσεως: Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής, ἔργον Ἱ. Μ. Καρακάλλου Ἁγίου Ὄρους, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη)
    (Τό παρόν φυλλάδιον εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό εὐρυτέραν ἐργασίαν περί τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ. Διανέμεται δωρεάν, τήν δέ δαπάνην ἀνέλαβε ἡ φιλόθεος προαίρεσις τοῦ ἀδελφοῦ Γεωργίου εἰς τόν ὁποῖον ἀναλογεῖ καί ὁ μισθός ἀπό τήν ὠφέλειαν πού θά προκύψη ἐκ τῆς ἀναγνώσεως.) (http://users.uoa.gr/)
  • 6. Γέροντος Ἰωσήφ, Ἔκφρασις Μοναχικῆς Ἐμπειρίας, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, σελ. 209.

Το Συναξάρι του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού και Σπηλαιώτη (Β΄ Μέρος)

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Κυριώτερον ὅμως ἔργον ἀποτελοῦσεν δι᾿ αὐτούς ἡ νῆψις καί ὁ ἐγκλεισμός τοῦ νοός εἰς τήν καρδίαν» (Συνοδεία τοῦ Ἁγίου Γέροντα Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστή)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Α΄ Μέρος

Αὐτό εἶναι τό πνευματικό Συναξάρι ἑνός μεγάλου ἀσκητή τῆς ἐρήμου πού τόν ἀγαπήσαμε πολύ καί ὁ ὁποῖος ἔχουμε τήν τιμή νά εἶναι ὁ προστάτης ἅγιος καί πρεσβευτής τῶν ψυχῶν μας. Εἶναι ὁ προστάτης καί θαυματουργός ἅγιος στόν ἐξίσου πολύ ἀγαπημένο μας Ὀρθόδοξο Χριστιανικό Σύλλογο (ΟΧΣ) «Ἅγιος Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής».

Πραγματικά εἶναι ὁ Ἅγιος τῆς καρδιᾶς μας, καί μέσα ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη μας θέλουμε νά γνωρίσουν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί τόν ἀσκητικό καί νηπτικό βίο του. Διότι ἐκεῖνος θά γλυκάνει τή ζωή τους μέ τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, μέ τίς διδαχές του καί μέ τήν ἐκφραστική τρυφερότητα τῆς μεγάλης ἀγάπης του πρός τόν Θεῖο Νυμφίο Ἰησοῦ Χριστό.

Ὅσοι δέν ἔχετε διαβάσει τό βιβλίο μέ τίς Ἐπιστολές τοῦ Ἁγίου Γέροντα Ἰωσήφ, μέ τίτλο «Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», εἶναι μία ἐξαιρετική εὐκαιρία, ἐφόσον ὑπάρχει ἡ δυνατότητα μέσῳ τοῦ διαδικτύου, νά ἀπολαύσετε κι ἐσεῖς τήν πνευματική εὐωδία τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας τοῦ Πατερικοῦ λόγου του.

Ὁ Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ εἶναι ὁ θεόπτης ἀσκητής, ὁ ἀπλανής ἐργάτης τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὁ θεοδίδακτος ἀνανεωτής καί συνεχιστής τῆς ἡσυχαστικῆς Παράδοσης τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί ὅλης τῆς χορείας τῶν Ἁγίων Νηπτικῶν Πατέρων.

Εἶναι ὁ πνευματικός φάρος καί ὁ ἀπλανής ὁδηγός τῆς πνευματικῆς ζωῆς· σέ μία πλήρως ἐκκοσμικευμένη ἐποχή, ὅπου ἡ γνήσια ἁγία ἐκκλησιαστική ζωή μέ τήν ἡσυχαστική καί νηπτική Παράδοση στό Ἅγιο Ὄρος, ἰδιαιτέρως στή σημερινή ἐποχή βλέπουμε ὅτι ἔχει σιωπήσει.

Δυστυχῶς, γιά τούς ὀρθόδοξους πιστούς ἀπουσιάζει ἀπό τήν πλειονότητα τῶν μοναχῶν καί τῶν ἱερωμένων ἡ ὁμολογιακή διάθεση καί ἡ μαρτυρία, ἀλλά καί ἡ ἐμπειρία τῆς ἁγιοπνευματικῆς ζωῆς τῆς Ὀρθόδοξης πίστης τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἡ πλειονότητα τῶν σύγχρονων Πατέρων, ἐπειδή δέ γνωρίζουν τή νηπτική ζωή, θεωροῦν ἀκόμη καί σήμερα τόν ἀγώνα τῆς νήψεως καί τῆς νοερᾶς προσευχῆς, γιά τήν καταπολέμηση τῆς ἀμέλειας, ὡς μία ἐπικίνδυνη κατάσταση καί ὡς μία θεωρία ταυτόσημη μέ τήν πλάνη. Μέ μία τέτοια ἀναχρονιστική ἀντίληψη περί τῆς νηπτικῆς ἡσυχαστικῆς Παράδοσης, ζημιώνουν τήν ὀρθόδοξη Χριστιανική Πίστη.

Ζημιώνουν σημαντικά τήν ἐμπιστοσύνη πρός τόν ἅγιο Γέροντα. Κυρίως ὡς πρός τήν ἄκρα ὑπακοή, τήν ἀγάπη καί τήν εὐλάβεια. Ἀλλά ζημιώνουν ἀκόμη καί τήν λεπτή καί ἀδιάλειπτη πνευματική ἐργασία πού γίνεται ἀπό ἐκεῖνον τόν ἄξιο Πνευματικό πατέρα, σχετικά μέ τόν ἀκατάπαυστο πόλεμο τῶν λογισμῶν.

Πνευματική ζωή δίχως ἅγιο Γέροντα Πνευματικό, ὡς καθοδηγητή τῆς κάθε ψυχῆς καί τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, δέν δύναται νά ὑπάρχει. Σήμερα πολλοί ζηλωτές ἀλλά καί οἰκουμενιστές ἀμφισβητοῦν ὅλους τούς σύγχρονους ἁγίους Γέροντες, οἱ ὁποῖοι ἔχουν καταξιωθεῖ στή συνείδηση τοῦ λαοῦ, καί τῶν ὁποίων ἐπικαλεῖται ταπεινά τήν πρεσβεία τους καί βιώνει καθημερινά τά θαύματά τους.

Ἀσφαλῶς ὑπάρχουν καί σήμερα ἀρκετοί ὀρθόδοξοι ἀγωνιστές, ἀλλά δέν ἔχουν ὅλοι τό χάρισμα τῆς πνευματικῆς νηπτικῆς καθοδήγησης. Ὁ Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ δέν ἀπολυτοποιοῦσε τή χάρη πού δίνει ἡ ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, ἀλλά ἔδινε ἐξίσου μεγάλη σημασία καί στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, μέ τήν καθημερινή τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας.

Γι’ αὐτό ὅταν ἀπέκτησε ἡ συνοδεία ἀρκετούς ἱερεῖς, λειτουργοῦσαν καθημερινά καί μετεῖχαν ὅλοι τῆς Θείας Μεταλήψεως. Ἦταν καί ὁ Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ἀνάμεσα στούς ἐλάχιστους Ἁγιορεῖτες, οἱ ὁποῖοι ὑποστήριζαν τήν συχνή Θεία Κοινωνία.

Ὁ Ἅγιος Γέροντας διαρκῶς συμβούλευε, ὄχι μόνο τούς μοναχούς ἀλλά πάντες τούς ὀρθοδόξους πιστούς: «σιωπή καί εὐχή». Μέ αὐτό τόν τρόπο εὐλογεῖτο τό καθημερινό τους ἐργόχειρο, φωτιζόταν ὁ νοῦς, εὐωδίαζε τό στόμα, ἁγιαζόταν ἡ γλῶσσα, ἐθερμαίνετο ἡ καρδία, ἁγιαζόταν ὁ χῶρος ὅπου διέμεναν καί ὁ χρόνος τῆς ζωῆς τους. Ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος, ὡς ὕπαρξη, ἐσωτερικά στήν ψυχή του ἦταν πράος καί ταπεινός, ἑνῶ ἐξωτερικά γινόταν ὡραῖος ἄνθρωπος, ὄμορφος, χαριτωμένος, γλυκός καί ἤρεμος.

Ὁ πιστός πού ἔμαθε νά λέγει ἀδιαλείπτως τή μονολόγιστη εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, τό «Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησόν με», μέσα στήν καρδιά του λαμβάνει θεϊκή δύναμη καί δέν τόν πλησιάζουν οἱ δαίμονες. Μέ τήν ἀδιάκριτη, γνήσια καί τελεία ὑπακοή στόν ἅγιο Γέροντά του, ἔρχεται καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή γιά νά εὐδοκιμήσει στήν ψυχή, ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Μέ αὐτή τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἄς διαβάσουμε καί ἐμεῖς τό Ἅγιο Συναξάρι του.

«Ὁ Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής καί Σπηλαιώτης, (1) γεννήθηκε τό ἔτος 1898 εἰς τό χωρίον Λεῦκες τῆς Πάρου. Ἡ Πάρος εἶναι ἕνα μικρό καί ἤρεμο νησί τῶν Κυκλάδων. Οἱ γονεῖς του ἦσαν πτωχοί καί ἀναγκάζονταν νά ἐργάζωνται πολύ διά νά συντηρήσουν τήν οἰκογένειά τους. Ὁ πατέρας του ὠνομάζετο Γεώργιος καί ἀπέθανε πολύ ἐνωρίς. Ἡ μητέρα του Μαρία ἀνέλαβε τήν προστασία ὅλης τῆς οἰκογενείας. Ἡ μητέρα του ἦταν εὐλογημένη ψυχή καί εἶχε ἁπλότητα καί ἀκεραιότητα χαρακτῆρος καί ἐπήγαμε πολύ συχνά εἰς τήν Ἐκκλησίαν διά νά λειτουργηθῆ, ἀλλά καί διά νά περιποιηθῆ τόν Ἱερόν Ναόν.

Ὅταν ὁ μικρός Φραγκίσκος -αὐτό ἦταν τό βαπτιστικόν ὄνομα τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ- ἔφυγε διά νά γίνῃ μοναχός ἡ μητέρα του εἶπε εἰς τούς συγγενεῖς της: «Τό ἐγνώριζα πώς θά γίνῃ μοναχός ἀπό τήν γέννησίν του. Ὅταν ἐγέννησα τόν Φραγκίσκον μου καί ἤμουνα ἀκόμη εἰς τό κρεββάτι μέ τό μωρό δίπλα φασκιωμένο, εἶδα νά ἀνοίγη ἡ στέγη τοῦ σπιτιοῦ καί ἕνας φτερωτός καί πολύ ὡραῖος νέος, πού μόλις μποροῦσα νά τόν ἀντικρύσω ἀπό τήν πολλήν λάμψιν του, κατέβηκε καί ἐστάθηκε πλάι στό μωρό μου καί ἄρχισε νά τό ξεσκεπάζη μέ σκοπόν νά τό πάρη.

Ὅταν ἐγώ διαμαρτυρήθηκα λέγοντας, «Τί κάνεις καλέ; Θά μοῦ πάρης τό μωρό μου;» Ἐκεῖνος ἐπέμενε ὅτι διά τόν σκοπόν αὐτόν ἦρθε καί αὐτή εἶναι ἡ ἀπόφασις. Καί διά νά μέ βεβαιώση, μάλιστα μοῦ ἔδειξε σέ ἕνα σημειωματάριο γραμμένη μιά ἐντολή, ὅτι πρέπει ὁπωσδήποτε νά πάρη τό μικρό.

Ὅταν ἀντιστάθηκα, ὁ Ἄγγελος μοῦ ἔδωσε ἕνα πολύτιμον κόσμημα σέ σχῆμα Σταυροῦ καί μοῦ πῆρε τό μωρό. Ἀπό τότε πίστευα, ἔλεγε ἡ μητέρα του Μαρία, ὅτι κάποτε ὁ Φραγκίσκος θά ἀκολουθοῦσε τόν Χριστόν.

Ὁ Γέροντας ὡς τήν ἐφηβικήν του ἡλικίαν παρέμεινε εἰς τό χωριό του καί βοηθοῦσε τήν μητέρα του εἰς τίς διάφορες ἐργασίες τοῦ σπιτιοῦ. Μετά ἔφυγε διά τόν Πειραιά, ὅπου ἐργαζότανε ὡς μικροέμπορος. Εἰς τήν ἡλικίαν τῶν εἰκοσιτριῶν ἐτῶν κέντρον τῆς ἐργασίας του ἦτο ἡ Ἀθήνα.

Ἦταν πολύ δραστήριος, ἀλλά ἀπέφευγε τήν πονηρία καί τήν ἀδικίαν. Τότε ἄρχισε νά μελετᾶ Πατερικά βιβλία. Μεγάλον ἐνθουσιασμόν προκαλοῦσαν εἰς αὐτόν οἱ βίοι τῶν μεγάλων ἀσκητῶν. Τήν ἀπόφασίν του διά τόν μοναχισμόν τήν ἐπῆρε ὕστερα ἀπό τό ἀκόλουθο ὅραμα: «Ἕνα βράδυ εἶδα εἰς τόν ὕπνο μου ὅτι περνοῦσα ἔξω ἀπό τά ἀνάκτορα καί ἀμέσως μέ ἐπῆραν δυό ἀξιωματικοί τῆς ἀνακτορικῆς φρουρᾶς καί μέ ἀνέβασαν εἰς τό παλάτι. Δέν ἐκατάλαβα τόν λόγον καί διά τοῦτο διαμαρτυρήθηκα.

Τότε μοῦ ἀποκρίθηκαν μέ πολύ καλωσύνη νά μή φοβοῦμαι, ἀλλά νά ἀνέβω, διατί εἶναι θέλημα τοῦ Βασιλέως. Ἀνεβήκαμε σέ ἕνα πολύ ὑπέροχον ἀνάκτορον, ἀνώτερον ἀπό κάθε ἐπίγειον, μοῦ ἐφόρεσαν μιά ὁλόλευκη καί πολύτιμη στολή καί μοῦ εἶπαν· «ἀπό ἐδῶ καί ἐμπρός θά ὑπηρετῆς ἐδῶ». Καί μετά μέ ἐπῆγαν νά προσκυνήσω τόν Βασιλέα. Ξύπνησα ἀμέσως καί αὐτά πού εἶδα καί ἄκουσα χαράχθηκαν τόσο πολύ μέσα μου, ὥστε δέν μποροῦσα νά κάνω ἤ νά σκεφθῶ τίποτε ἄλλο.

Σταμάτησα τίς ἐργασίες μου καί ἔμεινα σκεπτικός. Ἄκουγα ζωντανά μέσα μου νά ἐπαναλαμβάνεται διαρκῶς ἐκείνη ἡ ἐντολή «ἀπό τώρα καί ἐμπρός θά ὑπηρετῆς ἐδῶ». Ὅλη μου ἡ κατάστασις ἐσωτερικά καί ἐξωτερικά ἄλλαξε»(2).

Ἔτσι ἐπῆρε τήν ἀπόφασιν καί ἔφυγε διά τό Ἅγιον Ὄρος. Ὁ πρῶτος σταθμός ἦταν τά Κατουνάκια. Ἐκεῖ ζοῦσε τότε ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Δανιήλ, ὁ ἱδρυτής τῆς ἀδελφότητος τῶν Δανιηλαίων. Ἀπό τόν Γέροντα Δανιήλ, ὁ ὁποῖος ἦταν εὐλαβής καί συνετός ἄνθρωπος, ἔλαβε μεγάλην βοήθειαν. Δέν ἔμεινε ὅμως μαζί του, διότι ἀγαποῦσε τήν αὐστηρότερη ἡσυχαστικήν καί νηπτικήν ζωή. Σέ μιά πανηγύρι τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος εἰς τήν κορυφήν τοῦ Ἄθωνα, ἐγνώρισε τόν Γέροντα Ἀρσένιο.

Ἔκτοτε ὁ πατήρ Ἀρσένιος ἔγινε ὁ μόνιμος συνασκητής του καί ἀπό τότε δέν ἐχώρισαν ποτέ πλέον. Ὑποτάχθηκαν εἰς τόν Γέροντα Ἐφραίμ πού εἶχε τήν Καλύβην τοῦ Εὐαγγελισμοῦ εἰς τά Κατουνάκια. Ἔπειτα μαζί μέ τόν Γέροντά τους Ἐφραίμ ἔφυγαν διά τήν Σκήτην τοῦ Ἁγίου Βασιλείου διά περισσοτέραν ἄσκησιν. Μετά τήν κοίμησιν τοῦ Γέροντος Ἐφραίμ ἄρχισαν τούς μεγάλους ἀσκητικούς ἀγώνας. Ἡ ἄσκησίς τους ἦταν ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή. Κυριώτερον ὅμως ἔργον ἀποτελοῦσεν δι᾿ αὐτούς ἡ νῆψις καί ὁ ἐγκλεισμός τοῦ νοός εἰς τήν καρδίαν.

Τό ἔτος 1938 μαζί μέ τόν π. Ἀρσένιον μετεκόμισαν εἰς τίς ἀπόκρημνες σπηλιές τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης. Εἰς ἕνα ἀπό τά σπήλαια αὐτά ὑπῆρχε καί Ἐκκλησία τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Διεμόρφωσαν ἐκεῖ τόν χῶρον, ἔκτισαν καί μερικά Κελλία καί παρέμειναν εἰς τό σπήλαιον αὐτό ἕως καί τό ἔτος 1947. Εἰς αὐτό τό ταπεινόν σπήλαιον τοῦ Τιμίου Προδρόμου ἀσκήθηκαν καί ἑτοιμάσθηκαν τά πνευματικά του παιδιά καί ἔγιναν ἔπειτα ἡγούμενοι εἰς ἄλλα μοναστήρια. Εἰς τόν μακαριστόν Γέροντα Ἰωσήφ ὀφείλεται ἡ πνευματική ἀναγέννησις καί ἐπάνδρωσις ἕξι Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί πολλῶν ἄλλων γυναικείων ἀδελφοτήτων εἰς τόν Ἑλλαδικόν χῶρον.

Ἀπό τό ταπεινόν αὐτό σπήλαιον ἐξεκίνησε καί ὁ Γέροντας Ἐφραίμ καί ἵδρυσε εἰς τόν Καναδᾶ καί τήν Ἀμερικήν ἱερούς Παρθενῶνες, πνευματικά φυτώρια ἀπ᾿ ὅπου μεταφυτεύεται καί ἐξακτζώνεται τό Ὀρθόδοξον Πνεῦμα, τό ἅγιο φῶς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς τόν ἀπόδημον Ἑλληνισμόν, ἀλλά καί εἰς τά πέρατα τοῦ κόσμου.

«Ἡ ἀρετή ἔχει κόπον διά νά τήν ἀποκτήση κανείς. Ἀλλά ὅταν τήν ἀποκτήση καί τήν εὐωδίαν της δέν μπορεῖ νά συγκρατήσῃ. Τό Ὀρθόδοξον ἀσκητικόν Πνεῦμα μπορεῖ νά ἀναμορφώσῃ τόν κόσμον καί νά ἀναπλάση τόν ἄνθρωπον πού σήμερα ἔχασε τόν δρόμον του, τόν προορισμόν του καί ὑποφέρει πολύ».

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Το Συναξάρι του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού και Σπηλαιώτη (Β΄ Μέρος)

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Θά κουρασθεῖς πολύ, μέχρι νά καταλάβεις ὅτι προσευχή χωρίς προσοχή καί νήψη εἶναι χάσιμο χρόνου· κόπος χωρίς πληρωμή» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Β΄ Μέρος

Τό ἔτος 1951 μεταφέρθηκαν ὅλοι μαζί εἰς τήν Νέαν Σκήτην, εἰς τήν Καλύβην τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ὅπου παρέμεινε ἕως τήν μακαρία κοίμησίν του πού συνέβη τήν 15ην Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1959, ἑορτήν τῆς Κοιμήσεως τῆς Κυρίας Δεσποίνης Θεοτόκου.

Τά περί τῆς κοιμήσεώς του τά περιγράφει πολύ γλαφυρά ὁ Γέροντάς μου Ἐφραίμ εἰς τό βιβλίον «Προθύμως Ἀνάβαινε», τό ὁποῖον εἶναι ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου: «Ἡ ἀγάπη του πρός τήν Παναγίαν μας εἶναι ἀνωτέρα πάσης περιγραφῆς. Μόνον πού ἀνέφερε τό ὄνομά της τά μάτια του ἔτρεχαν. Τήν παρακαλοῦσε ἀπό καιρόν, νά τόν πάρη, νά ξεκουρασθῆ. Καί τόν εἰσήκουσεν ἡ Παντάνασσα. Τόν ἐπληροφόρησε ἕνα μήνα πρίν διά τήν ἀναχώρησίν του (3).

Μέ ἐκάλεσε τότε ὁ Γέροντας καί μοῦ ὑπέδειξε τί νά ἑτοιμάσωμε. Ἐπεριμέναμε».

Τήν παραμονήν τῆς κοιμήσεώς του -14 Αὐγούστου 1959- ἐπέρασε νά τόν ἴδη ὁ κ. Σχοινᾶς ἀπό τόν Βόλον· ἦσαν γνώριμοι πολύ.

-Τί κάμετε, τοῦ λέγει, πῶς ἔχει ἡ ὑγεία σας;

-Αὔριον, Σωτήρη, ἀναχωρῶ διά τήν αἰώνιαν πατρίδα. Ὅταν ἀκούσῃς τίς καμπάνες, νά ἐνθυμηθῆς τόν λόγον μου.

Τό βράδυ εἰς τήν ἀγρυπνίαν τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας μας ὁ Γέροντας συνέψαλλε ὅσον ἠδύνατο μέ τούς Πατέρας. Εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν τήν ὥραν πού ἐκοινώνησε τά Ἄχραντα Μυστήρια εἶπε· «ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου».

Ξημέρωσε 15η Αὐγούστου. Ὁ Γέροντας κάθεται στήν μαρτυρική του πολυθρόνα στήν αὐλή τοῦ ἡσυχαστηρίου μας. Περιμένει τήν ὥραν καί τήν στιγμήν. Εἶναι ἀπολύτως σίγουρος διά τήν πληροφορίαν πού τοῦ εἶχε δώσει ἡ Παναγία μας, ἀλλά βλέποντας τήν ὥραν νά περνᾶ καί τόν ἥλιον νά ἀνεβαίνη τοῦ ἔρχεται κάτι ὡσάν στενοχώρια, ὡσάν ἀγωνία διά τήν βραδύτητα.

Εἶναι ἡ τελευταία ἐπίσκεψις τοῦ πονηροῦ. Μέ φωνάζει καί μοῦ λέγει: «Παιδί μου, γιατί ἀργεῖ ὁ Θεός νά μέ πάρη; Ὁ ἥλιος ἀνεβαίνει καί ἐγώ ἀκόμη εἶμαι ἐδῶ!». Βλέποντας ἐγώ τόν Γέροντά μου νά λυπῆται καί σχεδόν νά ἀδημονῇ, τοῦ λέγω μέ θάρρος: «Γέροντα μή στενοχωρῆστε, τώρα ἐμεῖς θά κάνωμε εὐχή» καί θά φύγετε».

Ἐσταμάτησαν τά δάκρυά του. Οἱ Πατέρες, ὁ καθένας τό κομποσχοίνι του καί ἔντονον τήν εὐχήν. Δέν ἐπέρασε ἕνα τέταρτο καί μοῦ λέγει: «Κάλεσε τούς Πατέρες νά βάλουν μετάνοιαν, διότι φεύγω». Ἐβάλαμε τήν τελευταίαν μετάνοιαν. Ἔπειτα ἀπό λίγο ἐσήκωσε τά μάτια του ὑψηλά καί ἔβλεπε ἐπιμόνως ἐπί δυό λεπτά περίπου. Κατόπιν γυρίζει πρός εμάς καί πλήρης νηφαλιότητος καί ἀνεκφράστου ψυχικοῦ θάμβους μᾶς λέγει: «Ὅλα ἐτελείωσαν, φεύγω, ἀναχωρῶ, εὐλογεῖτε!».

Καί μέ τίς τελευταῖες λέξεις ἔγειρε τό κεφάλι του δεξιά, ἀνοιγόκλεισε δυό τρεῖς φορές ἤρεμα τό στόμα καί τά μάτια, καί αὐτό ἦταν. Παρέδωκε τήν αγίαν ψυχήν του εἰς χεῖρας Ἐκείνου, τόν ὁποῖον ἐπόθησε καί ἐδούλευσεν ἐκ νεότητος. Θάνατος ὄντως ὁσιακός. Εἰς ἡμᾶς ἐσκόρπισε ἀναστάσιμον αἴσθησιν.

«Ἐμπροστά μας εἴχαμε νεκρόν καί ἥρμοζε πένθος, ὅμως μέσα μας ἐζούσαμε Ἀνάστασιν. Καί τοῦτο τό αἴσθημα δέν ἔλειψε πλέον· μέ αὐτό συνοδεύεται ἔκτοτε ἡ ἐνθύμησις τοῦ ἀειμνήστου Ἁγίου Γέροντος».

Ἡ διδασκαλία του περιέχεται εἰς ἑξηνταπέντε ἐπιστολάς, τάς ὁποίας ἔχει ἐκδόσει ἡ Ἱερά Μονή Φιλοθέου. Εἰς αὐτάς φαίνεται καθαρά, ὅτι εἶναι συνεχιστής καί ἐκφραστής ὅλης τῆς νηπτικῆς Παραδόσεως. Ὁ ἐμπειρικός τρόπος τῆς ζωῆς του ἔδειξε ἐφηρμοσμένην ὅλην τήν διδασκαλίαν τοῦ νηπτικοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Τά κύματα τῆς θείας χάριτος πλημμύριζαν τήν ψυχήν του καί ὁ νοῦς του ἡρπάζετο εἰς θεωρίαν. Ἦτο κάτοχος τοῦ Ἀκτίστου Φωτός καί ἄριστος διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Ὅλος ὁ βίος του εἶναι ἕνα πνευματικόν Συναξάρι πού θυμίζει τούς παλαιούς ἁγίους ἀσκητάς τῆς ἐρήμου. Τούς ἀγώνας του μέ τά δαιμόνια οὔτε νά τούς ἀκούσῃ κανείς δέν τολμᾶ σήμερα. Ἦταν ἀνδρεῖος πολεμιστής ἐναντίον τῶν παθῶν καί ἐβίαζε τόν ἑαυτόν του εἰς ἀφάνταστον βαθμόν. Ἀπέκτησε πολλήν καθαρότητα καί ἁγνότητα ψυχῆς καί σώματος καί εἶχε ὡς παράδειγμα πάντα τήν Παναγία μας.

Ἔγραφε σέ μία ἐπιστολή: «Δέν ἠμπορῶ νά σᾶς περιγράψω πόσον ἀρέσκει ἡ Παναγία μας τήν σωφροσύνην καί τήν καθαρότητα. Ἐπειδή Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ἁγνή Παρθένος, δι᾿ αὐτό καί ὅλους τοιούτους θέλει καί ἀγαπᾶ».

Ὁ ἀείμνηστος Γέρων Ἰωσήφ ἐπέρασε ὅλα τά στάδια τῆς πνευματικῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς τελειώσεως. Ἐγνώρισε ὅλα τά θεῖα χαρίσματα αὐτῶν τῶν καταστάσεων. Ἔγινε ἔμπειρος πνευματικός ὁδηγός, διακριτικός καί ἀπλανής ὁδηγός τῆς πνευματικῆς ζωῆς· δι᾿ αὐτό ἔγραφε:

«Ἀναγκάζομαι νά ἀνοίγω τούς αὔλακας εἰς τόν κόσμον· καθότι ὑπάρχει ἐλπίς νά δεχθοῦν τόν λόγον ψυχαί καθαραί καί εἰς ἐμέ νά γίνῃ ὠφέλεια ὁ μισθός τῆς ἀγάπης. Λοιπόν ἀκούσατέ μου τούς λόγους, χαρίσατέ μου τάς ἀκοάς…».

Ἡ ζωή του καί ἡ διδασκαλία του εἶναι μιά ὀρθόδοξη ἐμπειρική θεολογία.

Ἀπό πνευματικήν ὑπακοήν εἰς τόν ἅγιον αὐτόν Γέροντα, τόν Παπποῦν μας, ὀφείλομεν νά ἐκτελοῦμεν τίς συμβουλές του, διά νά συνεχίζεται καί σήμερα ἡ νηπτική καί ἡσυχαστική Παράδοσις εἰς τό Ἅγιον Ὄρος καί νά εὐαρεστῆται καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τῆς ὁποίας τό Περιβόλι ὡς ἀνάξιοι κατοικοῦμεν.

Νά ἔχωμεν τήν εὐχήν τοῦ μακαριστοῦ Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ. Ἀμήν.

Ἐπιστολή Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστή: “Λοιπόν βιάσου. Λέγε διαρκῶς τήν εὐχή. Νά μή σταματᾶ καθόλου τό στόμα.

Ἔτσι θά τήν συνηθίσεις μέσα σου καί κατόπιν θά τήν παραλάβει ὁ νοῦς.

Μή ξεθαρρεύεις στούς λογισμούς, διότι γίνεσαι μαλθακός καί μολύνεσαι. «Εὐχή, βία φύσεως διηνεκής», καί θά δεῖς πόση Χάρη θά λάβεις.

Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου, παιδί μου, εἶναι θλίψη, διότι εἶναι στήν ἐξορία. Μή ζητεῖς τελεία ἀνάπαυση. Ὁ Χριστός μᾶς σήκωσε τό Σταυρό, καί μεῖς θά σηκώσουμε. Ὅλες τίς θλίψεις ἐάν τίς ἀπομένουμε, βρίσκομε Χάρη παρά Κυρίου. Γι’ αὐτό μᾶς ἀφήνει ὁ Κύριος νά πειραζόμαστε, γιά νά δοκιμάζει τό ζῆλο καί τήν ἀγάπη πού ἔχουμε πρός αὐτόν.

Γι’ αὐτό χρειάζεται ὑπομονή. Χωρίς ὑπομονή δέν γίνεται ὁ ἄνθρωπος πρακτικός, δέν μαθαίνει τά πνευματικά, δέν φθάνει σέ… μέτρα ἀρετῆς καί τελειώσεως.

Ἀγάπα τόν Ἰησοῦ καί λέγε ἀδιάλειπτα τήν εὐχή καί αὐτή θά σέ φωτίζει στό δρόμο του.

Πρόσεχε νά μήν κατακρίνεις. Διότι ἀπό αὐτό παραχωρεῖ ὁ Θεός καί φεύγει ἡ Χάρη καί σέ ἀφήνει ὁ Κύριος νά πέφτεις, νά ταπεινώνεσαι, νά βλέπεις τά δικά σου σφάλματα. Ἀλλ’ ὅταν ὑποχωρεῖ ἡ Χάρη γιά νά δοκιμαστεῖ ὁ ἄνθρωπος, τότε γίνονται ὅλα σαρκικά καί πέφτει ἡ ψυχή. Σύ ὅμως τότε μή χάνεις τήν προθυμία σου, ἄλλα φώναζε διαρκῶς τήν εὐχή μέ βία, μέ τό ζόρι, μέ πόνο πολύ. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με».

Καί πάλι καί πολλές φορές, τό ἴδιο συνεχῶς. Καί σάν νά ἀτενίζεις νοερά τόν Χριστό νά τοῦ λέγεις, «… Δόξα σοί, δόξα σοί, ὁ Θεός μου». Καί ὑπομένοντας, πάλι θά ἔλθει ἡ Χάρη, πάλι ἡ χαρά. Ὅμως καί πάλι ὁ πειρασμός καί ἡ λύπη, ἡ ταραχή καί τά νεῦρα. Ἀλλά καί πάλιν ἀγώνας, νίκη, εὐχαριστία. Καί αὐτό γίνεται μέχρις ὅτου σιγά-σιγά καθαρίζεσαι ἀπό τά πάθη καί γίνεσαι πνευματικός…

Ἡ ἄσκηση, παιδί μου, θέλει στερήσεις. Θέλει ἀγώνα καί κόπο πολύ. Θέλει νά φωνάζεις μέρα καί νύκτα στόν Χριστό. Θέλει ὑπομονή σέ ὅλους τούς πειρασμούς καί τίς θλίψεις. Θέλει νά πνίξεις θυμό καί ἐπιθυμία.

Θά κουρασθεῖς πολύ, μέχρι νά καταλάβεις ὅτι προσευχή χωρίς προσοχή καί νήψη εἶναι χάσιμο χρόνου· κόπος χωρίς πληρωμή.

Πρέπει σέ ὅλες τίς αἰσθήσεις μέσα ἔξω νά βάλεις ἄγρυπνο φύλακα τήν προσοχή διότι χωρίς αὐτήν ὁ νοῦς καί οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς διαχέονται στά μάταια καί συνήθη, σάν τό ἄχρηστο νερό πού τρέχει στούς δρόμους.

Ποτέ κανένας δέν βρῆκε προσευχή χωρίς προσοχή καί νήψη. Κανένας ποτέ δέν ἀξιώθηκε νά ἀνεβεῖ πρός τά ἄνω χωρίς πρῶτα νά καταφρονήσει τά κάτω» (4)”.

«Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησον με».

Συνεχίζεται…

  • 3. (Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής (1898-1959). Ἐκ τῆς ἐκδόσεως: Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής, ἔργον Ἱ. Μ. Καρακάλλου Ἁγίου Ὄρους, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη)
    (Τό παρόν φυλλάδιον εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό εὐρυτέραν ἐργασίαν περί τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ. Διανέμεται δωρεάν, τήν δέ δαπάνην ἀνέλαβε ἡ φιλόθεος προαίρεσις τοῦ ἀδελφοῦ Γεωργίου εἰς τόν ὁποῖον ἀναλογεῖ καί ὁ μισθός ἀπό τήν ὠφέλειαν πού θά προκύψη ἐκ τῆς ἀναγνώσεως.) (http://users.uoa.gr/)
  • 4. «Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», ἐκδόσεως Ἱ. Μ. Φιλοθέου, Ἅγιον Ὅρος-ἀποσπάσματα σέ νεοελληνική ἀπόδοση.

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Άγιος Ιωσήφ Ησυχαστής, ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ(ελληνικό σχόλιο) ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΤΑΣΗ

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής: «Ο νους βλέπει το σκότος της ψυχής»

 



Ο Γέρων Ιωσήφ είδε όλο το βάθος του παλαιού ανθρώπου και με πολύ κόπο και προσευχή καθάρισε τον εαυτόν του και όλη η ζωή του είναι ένα παράδειγμα μιμήσεως, για κάθε άνθρωπο που αγωνίζεται για τη σωτηρία της ψυχής του.

Παραπονείται μάλιστα, ότι δεν φροντίζουμε για το εσωτερικό της ψυχής και γράφει:

«Η σημερινή κατάστασις των πολλών περιωρίσθη εις ένα τύπον εξωτερικόν. Πέραν τούτου δεν υπάρχει φροντίδα και μέριμνα διά το εσωτερικόν της ψυχής, όπου συνίσταται το παν· όπου ενώνεται ο υλικός με τον άυλον, ο άνθρωπος με τον Θεόν, κατά το εγχωρούν εις την χωματώδη μας φύσιν. Τούτο είναι το πολύ ωραίον και το πάνυ καλόν. Άλλα πάντες το αποφεύγομεν. Πάντες τα νώτα στρέφομεν. Καθότι απαιτείται αγών».

Εις τον αγώνα αυτόν του ανθρώπου, για να υπάρξουν τα ανάλογα αποτελέσματα, πρέπει να συνεργήσει η χάρις του Θεού και η προαίρεση του ανθρώπου: «θα λυώση ως κηρός ο παλαιός άνθρωπος. Και όπως ο σίδηρος, όταν εμβαίνη εις την φωτιά, ξεκολλάει και πέφτει η σκουριά, όπου έχει επάνω, έτσι γίνεται και εις τον άνθρωπον. Έρχεται κατ’ ολίγον η χάρις και μόλις πλη­σίαση εις τον άνθρωπον αναλύει ως κηρός. Και δεν γνωρίζει εις αυτήν την στιγμήν ο άνθρωπος τον εαυτόν του, ενώ όλος είναι πολυόμματος νους και διαυγέστατος. Όμως εις αυτήν την υπερφυή ενέργειαν δεν ημπο­ρεί να ξεχωρίση τον εαυτόν του, διότι ενούται με τον Θεόν. Και τότε πίπτει η σκουριά. Αφαιρείται η σφραγίδα. Αποθνήσκει ο παλαιός άνθρωπος. Αφαιρείται το μητρικόν αίμα. Ανακαινούται το φύραμα.

Και δεν αλλάζει κατά το σώμα ο άνθρωπος, αλλά τα φυσικά προτερήματα και χαρίσματα του ανθρώπου, αυτά φωτίζει, ενδυναμοί και ανακαινίζει η χάρις. Και ζωογονείται ο πάλαι Αδάμ, ο πλασθείς κατ’ εικόνα Θεού».

Όποιος αξιωθή να ιδή την άβυσσον των πταισμά­των της ψυχής του θρηνεί από το φρικτόν αυτό θέαμα. Εκ της οράσεως της καταστάσεως αυτής προέρχεται η μετάνοια, η επίγνωσις του εαυτού μας, η αληθινή ταπείνωσις και ο φόβος του Θεού. Όλα αυτά είναι δωρήματα της Χάριτος του Θεού.

Εφ’ όσον δεν υπάρχει η επίγνωσις του αμαρτωλού εαυτού μας θεραπεία δεν υπάρχει. Από την στιγμήν όμως που ο νους γίνεται θεωρός αυτού του σκότους της ψυχής αρχίζει να λειτουργή η ταπείνωσις και μαραίνεται η ρίζα της αμαρτίας, δηλαδή η υπερηφάνεια.

Η υπερηφάνεια είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Βάσις και θεμέλιο, κατά τους αγίους Πατέρας, της πνευματικής ζωής είναι η υπακοή, διότι αυτή χαρίζει την ταπεινοφροσύνη. Είναι αδύνατον χωρίς υπακοή η ψυχή να απαλλαγή από τα πάθη της οιήσεως, της κενοδοξίας και της υπερηφάνειας.

Η μετάνοια είναι ανεκτίμητο δώρο για τον άνθρωπο. Είναι το καλύτερο φάρμακο για την αποκατάσταση της ψυχικής υγείας του ανθρώπου.

Ο Γέρων Ιωσήφ είναι πρακτικότατος διδάσκαλος, βιαστής και απαράμιλλος συνεχιστής όλης αυτής της Νηπτικής παραδόσεως, της κρυπτής εργασίας που επιτελεί ο νους εγκλειόμενος στην ψυχή. Να πως ερμηνεύει αυτή την κατάσταση της ψυχής και του νου. «Ο νους είναι ο οικονόμος της ψυχής, όπου κουβαλά τροφήν – ό,τι τον δώσης εσύ. Λοιπόν όταν έχη ειρήνην και τον δίδεις ό,τι καλόν θέλει, αυτός τα κατεβάζει εις την καρδίαν. Πρώτον καθαρίζει αυτός από όσας προλήψεις κατείχετο εις τον κόσμον. Ξεθολώνει από του βίου τες μέριμνες και λέγοντας την νοεράν προσευχήν τελείως παύει ο μετεωρισμός. Και τότε καταλαμβάνεις ότι εκαθαρίσθη. Διότι πλέον δεν κινείται εις τα ακάθαρτα και πονηρά, όπου είδεν ή ήκουσεν εις τον κόσμον.

Μετά αυτός διά της ευχής, εισερχόμενης και εξερχομένης στην καρδία, καθαρίζει δρόμο και εκβάλλει κάθε πικρία, αισχρότητα, ακαθαρσία από αυτήν. Στήνει πόλεμο ο νους προς τα πάθη και τους δαίμονες, που εγείρουν αυτά, που τόσα έτη φώλιαζαν σε αυτή και κανείς δεν τους ήξερε ούτε τους έβλεπε.

Τώρα όμως που ο νους έλαβε καθαρότητα -την αρχαία στολή του- τους βλέπει και ως κύων γαυγίζει, υλακτεί, μάχεται μετ’ αυτών ως κύριος και φύλαξ όλου του διανοητικού μέρους».

Είναι μεγάλη αλήθεια αυτό το οποίο μας αποκαλύπτει ο Γέρων Ιωσήφ. Ο νους κύριος και φύλαξ όλου του διανοητικοί μέρους της ψυχής. Αυτή η προσοχή, η νηπτική ικανότητα του νου, χαρίζει σε αυτόν μεγάλη απλότητα και καθαρότητα. Ο νους γυμνός από κάθε νόημα. Αφού είναι ελεύθερος από κάθε λογισμό, τότε και η θεία χάρις επαναπαύεται, για να έλθει να σκηνώσει σε αυτόν, διότι τίποτε δεν υπάρχει ευάρεστο στο Θεό, όσον ο καθαρός λογισμός.

Ο Γέρων Ιωσήφ με πολλή σαφήνεια περιγράφει πως ο νους με την ευχή καθαρίζει τη ψυχή από τις συγκαταθέσεις των εμπαθών λογισμών: «Κρατών ως όπλον το όνομα Ιησούς μαστίζει τους πολεμίους, άχρις ότου τους βγάλη όλους απ’ έξω, τριγύρω στο περικάρδιον· και υλακτούσιν και αυτοί ως άγριοι κύνες. Ο δε νους αρχίζει να καθαρίζη την βρώμαν και όλην την ακαθαρσίαν, όπου είχον μολύνει οι δαίμονες με τας συγκαταθέσεις όπου είχομεν κάμει εις ό,τι κακόν και εφάμαρτον… Και όλο αγωνίζεται να ρίχνη έξω τες βρώμες, όπου αυτοί διαρκώς ρίχνουν μέσα. Έπειτα ως οικονόμος φέρει τροφάς αρμόζουσας προς φωτισμόν και υγείαν ψυχής».

Και συνεχίζει τη θαυμάσια διδασκαλία του: «Εις όλα αυτά συνεργεί η χάρις η καθαρτική. Σκεπάζεται ο αγωνιζόμενος ως υπό σκιάν υπό την σκέπην της υπακοής. Φρουρείται υπό την χάριν αυτού, όπου ανέλαβε την ψυχήν του ενώπιον του Θεού. Και ολίγον-ολίγον γίνεται αλλοίωσις του Υψίστου. Και αφού εν ολίγοις διωχθώσιν τελείως έξω οι δαίμονες, καθαρισθή δε έσωθεν η καρδία, παύει ο μολυσμός.

Ενθρονίζεται ο νους ως Βασιλεύς επί την καρδίαν και χαίρει ως νυμφίος επί νύμφη εν τω θαλάμω. Άγει χαράν αγίαν, ειρηνικήν, άμωμον. Λέγει την ευχήν χωρίς κόπον».

Κυριότερο έργο επομένως για την υγεία της ψυχής μας δεν είναι άλλο από την άσκηση της νοεράς προσευχής. Λέγοντας την ευχή, το: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», δημιουργούνται μέσα στη ψυχή μας άλλες καταστάσεις. Διότι, όταν παραμένει πολύ χρόνο μέσα στη ψυχή μας το ένδοξο Όνομα του Ιησού Χριστού, προκαλεί θερμότητα σε αυτή και ανέκφραστη χαρά και αγάπη. Και πώς να μη χαίρεται η ψυχή, αφού βρήκε το πολύτιμο μαργαριτάρι, το οποίο είναι το γλυκύτατο Όνομα του Κυρίου Ιησού Χρίστου!

«Πνευματικαί εμπειρίαι Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού», Ι.Μ.Καρακάλλου, Άγ. Όρος – Αποσπάσματα
Πηγές: agiosmgefiras.blogspot.gr- agioritikovima.gr

Η πείρα δεν αγοράζεται (Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής)

 


Λέγεις δια τον Γέροντα ότι θέλει να έλθη να προσκυνήση εις το Άγιον Όρος. Καλόν και άγιον έργον θα κάμη. Πλην εμένα μόνον ας μην λάβη υπ’ όψιν του ότι γνωρίζει η ότι υπάρχω εις αυτήν την ζωήν. Καθότι ζω εις απόλυτον ησυχίαν· με τάξιν ετέραν της συνηθισμένης, όπου δύσκολον να με συναντήση. Καθότι η θύρα είναι κλειστή και ωρισμένες μόνον ώρες ανοίγει.

Ο,τι μεν θέλει, συνεργεία των αδελφών, δύναμαι να τον βοηθήσω. Το δε πέραν της τάξεως όπου έχω, να ανοίξω την θύραν, να ομιλήσω, να χάσω την προσευχήν μου και ησυχίαν, αυτό ουδαμώς. Εκτός εξ ανάγκης την ώραν που ορίζω εγώ. Διότι αι ώρες μου είναι με μέτρον. Και πρέπει να παραδράμω ολίγον, να χάσω, δια να ομιλήσω την νύκτα μίαν ώραν η δύο.

Και ταύτα γράφω δια να εξηγηθώ, προτού παρεξηγηθώ. Εγώ εις όλες μου τες ενέργειες έτσι συνηθίζω να λέγω και να πράττω όλα καθαρά «σαν καθρέπτης» λόγω και έργω, είτε κατά διάνοιαν, να μη δίδω υπόνοιαν σε κανένα.

Διότι ήλθον πολλοί από διάφορα μέρη, χωρίς να ζητήσουν να μάθουν την τάξιν που έχομεν. Και, επειδή δεν τους εδέχθην, εσκανδαλίσθησαν. Αλλά και εδώ όλοι οι γείτονες εναντίον μου έχουν, διότι δεν τους ανοίγω. Πλην εγώ δεν κλείνω δια να σκανδαλιστούν οι Πατέρες. Αλλά, γυμνασθείς τόσα έτη και ιδών ότι δεν ωφελούμαι από αυτές τες «αγάπες» –μόνον την ψυχήν μου χαλώ χωρίς να ωφελούμαι- δι’ αυτό έκλεισα όλους διαπαντός και ησύχασα. Τώρα δεν ανοίγω κανένα. Μήτε έχω δωμάτιον περισσόν δια έναν απ’ έξω. Και, αν έλθη κανείς μακρυνός, πρέπει να έλθη την ώραν που εργάζονται οι Πατέρες, πρωΐ. Και, αν είναι ανάγκη, στέκει εις το δωμάτιον του Παπά μου. Διότι εις όλα τα Σάββατα, Κυριακάς, και εορτάς έχομεν Λειτουργίαν. Έρχεται εδικός μας Παπάς και μας λειτουργεί και μεταλαμβάνομεν.

Ιδού λοιπόν είπον, ίνα μη γένηται σκάνδαλον. Δια Θεόν τρέχω· ου μέλλει μοι δια τους ανθρώπους. Καν υβρίσουν, καν ονειδίσουν, καν συκοφαντήσουν, καν το όνομά μου ατιμάσουν, καν όλη η κτίσις ασχοληθή να λέγη εναντίον μου.

Είδον γαρ και πολυειδώς εδοκίμασα ότι, αν η χάρις του Θεού δεν φωτίση τον άνθρωπον, τα λόγια όσα και αν ομιλήσης δεν ‘βγάνεις ωφέλειαν. Προς στιγμήν τα ακούει και την άλλην στρέφει πάλιν αιχμάλωτος εις τα ίδια. Εάν όμως ευθύς με τον λόγον ενεργήση η χάρις, τότε γίνεται κατ’ εκείνην την ώρα αλλοίωσις με την αγαθήν του ανθρώπου προαίρεσιν. Και αλλάσσει θαυμαστώς η ζωή του εκ της ώρας εκείνης. Όμως αυτό συμβαίνει εις όσους δεν εσκλήρυναν από μέσα τους ακοήν και συνείδησιν. Εις δε τους ακούοντας και εν παρακοή παραμένοντας εις τα κακά των θελήματα· εις αυτούς καν ημερονύκτια ομιλής, καν την σοφίαν των Πατέρων εις τας ακοάς των κενώσης, καν θαύματα προ οφθαλμών των ποιήσης, καν το ρεύμα του Νείλου επάνω των γυρίσης, αυτοί δεν λαμβάνουν μήτε ρανίδα ωφέλειαν. Μόνον θέλουν να έρχωνται, να ομιλούν, να περάσει η ώρα των, χάριν της ακηδίας. ‘ αυτό λοιπόν κλείω και εγώ την θύραν και ωφελούμαι τουλάχιστον εγώ δια της ευχής και της ησυχίας. Καθότι την ευχήν υπέρ πάντων ο Θεός πάντοτε την ακούει, ενώ την αργολογίαν πάντοτε αποστρέφεται, ας φαίνεται και πνευματική ότι είναι. Επειδή κατά τους Πατέρας, αργολογία είναι κυρίως να περνάς τον καιρόν σου με λόγια, χωρίς να κάμης τους λόγους σου πράξεις.

Λοιπόν μην ακούτε τι λέγουν, όταν άνθρωποι άγευστοι ομιλούν τα τοιαύτα.

Όποιος δεν εδοκίμασε, ανάγκη είναι να δοκιμάση· και με την πείραν θα μάθη και θα βρη ο,τι του λείπει. Η πείρα δεν αγοράζεται. Είναι εκάστου απόκτημα, κατά τον κόπον του και το αίμα του που θα δώση μόνος του να την αποκτήση.

Πιστεύσατε, Αδελφές μου, ότι κόπος πολύς είναι εις την Μοναχικήν πολιτείαν. Δεν έπαυσα και δεν παύω ημέρα και νύκτα φωνάζων, ζητών το έλεος του Κυρίου· και εις απόγνωσιν προσεγγίζω, ως μηδέν εργαζόμενος, ως μηδέποτε «ποιήσας αρχήν». Αλλά, το καθ’ ημέραν ποιών την αρχήν, ευρίσκομαι ψεύστης και αμαρτάνων. Όμως εσείς μιμείσθε τας φρονίμους παρθένους και αγρυπνούσαι φωνάζετε γοερώς, το θείον επικαλούμεναι έλεος. Ότι ήλθε δι’ ημάς το τέλος. Ίσως ετελείωσεν η ειρήνη. Λοιπόν με τους αποθαμένους είμεθα και ημείς. Όθεν βιασθήτε.

 

Πηγή: agiazoni.gr

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2021

«Τρεις εχθροί πολεμούν το ανθρώπινο γένος» ΙΩΣΗΦ ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ

 

«Τρεις εχθροί πολεμούν το ανθρώπινο γένος»


01.09.2020

«Γιατί τρεις εχθροί πολεμούν το ανθρώπινο γένος• οι δαίμονες, η ίδια η φύση μας και η συνήθεια. Εκτός απ’ αυτά άλλος πόλεμος δεν υπάρχει.

Αν λοιπόν αφαιρέσεις τον δαίμονα, που τυραννεί όλη την ανθρωπότητα, τότε θα είμαστε όλοι καλοί. Να σε ποιόν πρέπει να δώσεις το άδικο. Αυτόν να μισήσεις, να κατακρίνεις και μέχρι τέλους να τον έχεις εχθρό.

Ο άλλος εχθρός είπαμε ότι είναι η φύση, που, από τη στιγμή που ο άνθρωπος καταλάβει τον κόσμο, αυτή αντιτάσσεται στο νόμο του πνεύματος, και ζητεί ό,τι είναι για την απώλεια της ψυχής. Να και ο άλλος εχθρός, που είναι άξιος μίσους εφ’ όρου ζωής. Αυτόν πρέπει να κατακρίνεις, να κατηγορείς.

Έχουμε και τον τρίτο εχθρό, τη συνήθεια· συνηθίζοντας να πράττουμε κάθε είδος κακίας γίνεται σε μας έξη και γίνεται δεύτερη φύση και κατέχει ως νόμο την αμαρτία. Και απαιτείται αντίστοιχος αγώνας για να λάβουμε θείαν αλλοίωση και απαλλαγή. Να λοιπόν, και ο τρίτος εχθρός, που είναι άξιος μίσους τελείου.

Εάν θέλεις λοιπόν ο πλησίον σου να είναι σε όλα καλός, όπως σου αρέσει, αφαίρεσέ του τους τρεις αυτούς εχθρούς με τη χάρη που έχεις. Αυτό είναι το δίκαιο, αν ζητάς να το βρεις: Να κάνεις ευχή στο Θεό να τον απαλλάξει από αυτούς τους εχθρούς. Και τότε θα είσαστε σύμφωνοι.

Αν δε και ζητήσεις διαφορετικά να βρεις το δίκαιο, θα είσαι πάντοτε άδικος, και επομένως η χάρη είναι ανάγκη να πηγαίνει – να έρχεται, μέχρις ότου βρει ανάπαυση στη ψυχή σου. Διότι, τόση χάρη δικαιούται να έχει ο άνθρωπος, όσο πειρασμό ευχαρίστως υπομένει, όσο βάρος του πλησίον του αγογγύστως βαστάζει.

Λοιπόν τα προηγούμενα γράμματα που σου έστειλα περιείχαν την «πράξη». Αυτό που έγραψα τώρα περιέχει τον «φωτισμό». Από την πράξη λαμβάνει ο άνθρωπος φωτισμό γνώσεως. Διότι η πράξη είναι τυφλή και ο φωτισμός είναι οι οφθαλμοί, με τους οποίους βλέπει ο νους εκείνο που δεν το έβλεπε πρώτα.

Τώρα λοιπόν έχει λυχνάρι και μάτια και βλέπει αλλιώς τα πράγματα. Πρώτα ήταν η χάρις της πράξεως, άλλα τώρα έλαβε δεκαπλάσια χάρη. Τώρα έγινε ο νους ουρανός. Βλέπει μακριά. Έχει χωρητικότητα περισσότερη από την προηγούμενη. Τώρα του λείπει η θεωρία.»

(«Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας», Εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος-Αποσπάσματα σε Νεοελληνική Απόδοση)

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

Η επιστροφή του νου στην καρδία, κατά τη διδασκαλία του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού




Ο μεγαλύτερος πόλεμος που γίνεται σε κάθε αγωνιζόμενο Χριστιανό είναι ο μετεωρισμός. Παίρνει ο διάβολος το νου μας και τον περιτριγυρίζει όπου αυτός θέλει και ενσπείρει στην καρδία μας, πονηρούς λογισμούς και μολύνει την ψυχήν μας. Από εδώ αρχίζει η ασθένεια της ψυχής. Οι μάταιοι λογισμοί είναι η μεγαλύτερη ταλαιπωρία του συγχρόνου ανθρώπου.

Το καλύτερο μέσον αντιμετωπίσεως του μετεωρισμού είναι να αποκρούει κανείς τον μετεωρισμό στο πρώτο στάδιο, που είναι η προσβολή. Τότε η δύναμις του κακού είναι ακόμη μικρή και μπορούμε να την αποδιώξουμε εύκολα. Η απομάκρυνση της προσβολής του πειρασμού γίνεται διά της νήψεως και της ευχής: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
«Νήψις» σημαίνει: προσοχή και επαγρύπνηση και φυλακή του νου, για να διατηρείται ο οίκος της ψυχής καθαρός. Με αυτό τον τρόπο αποδιώκεται η προσβολή και η ψυχή δεν μολύνεται και επομένως δεν έχει ευθύνη, δεν λογίζεται ως αμαρτία. Απομακρύνεται, κατά τους φιλοκαλικούς Πατέρες το «δαιμόνιον ίνδαλμα», που προβάλλει ηδονικά στη φαντασία, και η ψυχή μένει ελεύθερη, για να εισέλθει ο νους, ο οποίος είναι η ευγενεστέρα αίσθηση της ψυχής, στο βάθος αυτής και να αναπαύεται και να ησυχάζει εκεί, μνημονεύοντας το όνομα του Ιησού Χριστού.

Διά του εγκλεισμού του νου στο βάθος της ψυχής και διά της ενεργείας της ευχής, η οποία λέγεται αυτομάτως μέσα στην καρδία, αποφεύγεται ο μετεωρισμός του, ο οποίος είναι μια περιπλάνηση του νου διά της φαντασίας σε πρόσωπα και πράγματα, τα οποία μας μολύνουν.

Ο μετεωρισμός είναι η πρώτη και η μεγαλύτερη ασθένεια της ψυχής και ο εγκλεισμός το μεγαλύτερο και αποτελεσματικότερο φάρμακο για την υγεία της ψυχής.

Τον άνθρωπο που αποδιώκει από την αρχή την προσβολή του πονηρού λογισμού τον τρέμουν οι δαίμονες. Διά τούτο και ξεσηκώνουν πολλούς πειρασμούς και πολέμους, για να σταματήσουν αυτό το άγιο έργο.

Τον Γέροντα Ιωσήφ τον πολέμησαν τα δαιμόνια πολύ σκληρά. Πάλευε στήθος προς στήθος, όχι μόνον με ένα δαιμόνιο, αλλά με λεγεώνες. Επειδή εκ φύσεως είχε θάρρος και τόλμη, ο Στρατηγός εκείνος που είδε στο όραμα, τον έφερε να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή. Παρατάχθηκε απέναντι από τις γραμμές των δαιμόνων και πάλευε γενναία. Τα παλαίσματά του με τα δαιμόνια μας θυμίζουν τον Μέγα Αντώνιο και άλλους παλαιούς ασκητές.

Δύο ήσαν οι αιτίες που πολέμησαν τόσον πολύ τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή τα δαιμόνια.

Πρώτον, διότι χτύπησε τον πονηρό λογισμό στην προσβολή και δεν τον άφησε να εισέλθει στη ψυχή του, για να την μολύνει μέ τις συγκαταθέσεις των λογισμών.

Δεύτερον, διότι διά του εγκλεισμού του νου στο βάθος της καρδίας του επέτυχε την καθαρότητα της ψυχής του και απέκτησε την οσιότητα.

Περί του πολέμου αυτού του διαβόλου γράφει σχετικά ο Γέρων Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός: «Ο άρχοντας του κακού και επίβουλος της σωτηρίας μας χρησιμοποιεί τους τόπους, τα μέρη, τα μέλη, τα πρόσωπα, τα πράγματα, τα εσωτερικά, τα εξωτερικά, τα τριγύρω και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να σκεφθεί».

Τα στρέφει όλα εναντίον μας, για να μειώσει την πίστη μας και να διαψεύσει τις ελπίδες μας. Κυρίως όμως επιτίθεται με λυσσώδη μανία εναντίον αυτών που πρόκοψαν στην εργασία της καρδιάς και του νου». Και σε άλλο σημείο συμπεραίνει περί του πολέμου αυτού: «Όσο η θεία χάρις αυξάνει την παρουσία της εις τον αγωνιστή, τόσον οι πειρασμοί πληθαίνουν και είναι κατά την ένταση ανάλογοι προς την κατάσταση αυτή».

Ομοφώνως η ασκητική πείρα βεβαιώνει ότι μετά την φλογερή και καρποφόρα προσευχή επακολουθεί λυσσώδης πόλεμος των δαιμόνων. Ο όσιος Μάρκος ο ασκητής στο λόγο του «περί των οιομένων εξ έργων δικαιούσθαι» σημειώνει χαρακτηριστικά: «Όταν ίδη ο διάβολος, ότι ο νους εκ καρδίας προσηύξατο, τότε μεγάλους και κακότεχνους πειρασμούς επιφέρει».

Ας τολμήσουμε να πούμε και τρίτο λόγο: Διέ­βλεψε, εν τινι μέτρω, και τον καρπό που θα προήρχετο από τον εγκλεισμό αυτόν τα ευώδη άνθη των αρετών του και τα φυτώρια των μοναστικών αδελφοτήτων που μεταφυτεύθηκαν στο Άγιον Όρος, αλλά και στα πέρατα του κόσμου, την Αμερική και τον Καναδά.

(«Πνευματικαί εμπειρίαι Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού», Ι.Μ. Καρακάλλου, Αγ. Όρος)

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης: Μόλις ανοίξουν τα μάτια μας, την ώρα που θα ξυπνήσουμε, αμέσως την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με»


Αποτέλεσμα εικόνας για εφραιμ φιλοθειτησ

*Από το βιβλίο: «Η Τέχνη της Σωτηρίας (Τόμος Α’) – Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου»

…Προσοχή από την στιγμή που θα ξυπνήσει από τον ύπνο ο άνθρωπος. Επειδή είπαμε ότι ο διάβολος παρακολουθεί και γνωρίζει καλά τον σκοπό ότι «θα σηκωθώ για προσευχή», κι αυτός είναι προηγουμένως ετοιμασμένος και «σηκωμένος», για να το πούμε έτσι. Μόλις σηκωθώ, θα μου βάλει λογισμούς· θα μου φέρει εικόνες από τα διάφορα πράγματα της ζωής, ώστε να μου δώσει την πρώτη δόση, για να αρχίσει ο νους να θολώνει από εικόνες, να μην είναι πέρα για πέρα καθαρός, για να καθίσει να ξεκινήσει αυτήν την πρακτική μέθοδο της προσευχής.

Γι’ αυτό χρειάζεται μόλις ανοίξουν τα μάτια μας, την ώρα που θα ξυπνήσουμε, αμέσως το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με» με το στόμα, πολύ σιγανά, ώστε να προκαταλάβουμε τον διάβολο να μη μας βάλει αυτός την δική του προσευχή, η οποία είναι η όλη κακία του. Και αφού αρχίσουμε σιγά-σιγά και απαλά «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με», αμέσως πηγαίνουμε, νίπτουμε το πρόσωπο – δροσίζεται, ξεκουράζεται ο νους και ξυπνάει – βάζουμε κάτι στο στόμα για ενίσχυση, λίγο νεράκι ή κάτι άλλο κι αμέσως προσεκτικά λέμε το Τρισάγιο και το Σύμβολο της Πίστεως, την δόξα της Ορθοδοξίας.

Πριν κάνουμε τίποτα άλλο, αμέσως κάθισμα στο σκαμνάκι και αρχίζουμε την μελέτη της αναχωρήσεως. «Ποιον αγώνα έχει η ψυχή χωριζόμενη του σώματος!». Πόσον δακρύει η ψυχή τότε σκεπτόμενη ότι μετά την έξοδο την περιμένει το Κριτήριο του Θεού και ποία η προετοιμασία της; Βέβαια αυτά και τα υπόλοιπα δεν πρέπει να δημιουργήσουν εικόνες, αλλά μόνον λόγια και ο νους να παρακολουθεί την έννοια αυτών των σκέψεων. Και αφού σε λίγα λεπτά έλθει μία κατανυκτική, πενθική κατάσταση, κατόπιν αμέσως να αρχίσει η τοποθέτηση επί της μεθόδου της προσευχής.

Ο νους να διώξει κάθε μελέτη και σκέψη και να οδηγήσει τον εαυτό του, εκεί που θα αρχίσει η αναπνοή, η συγκρατημένη αναπνοή -όχι κατά φυσιολογικό τρόπο- άλλα κάπως συγκρατημένα. Έτσι με την εισπνοή και το σπρώξιμο του προς την καρδιά, να λέμε μια φορά την προσευχή εκπνέοντας τον αέρα. Ο νους θα μένει στην καρδιά και θα λέμε και πάλι μια ευχή. Εισπνέοντας και εκπνέοντας το όνομα του Χριστού ο νους θα στέκει προσεκτικώτατος! Θα κρατάει τον εαυτό του στην καρδιά, με τα μάτια ανοιχτά, μην τυχόν παρουσιασθεί καμία εικόνα…

… Και όταν γίνει κάτι τέτοιο, τότε είναι όπως συναντώνται δύο πρόσωπα που έχουν χωρισθεί πολλά χρόνια και σε δύο διαφορετικές ηπείρους· και στην συνάντηση αυτή, από την αγάπη που έχουν, καταλήγουν σε δάκρυα πολλά, σε μια εκδήλωση που φανερώνει την αγάπη και το «λειώσιμο» της καρδιάς…

Ιωσήφ Ησυχαστής Ταινία (3/3) GR

Αυτομεμψία και Καύχηση στα κείμενα του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού.( Μητρ. Χαλεπίου Παύλου Yazigi) Α΄ ΜΕΡΟΣ


(Απόσπασμα Ομιλίας Στο Β’ Διορθόδοξο Επιστημονικό Συνέδριο Με Θέμα: ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ – ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ
Που Διοργάνωσαν Η Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού  Και Η  Ι. Μ. Μονή Βατοπαιδίου   Στο Ξενοδοχείο Miramare Λεμεσός, 21-23 Οκτωβρίου 2005)
ΑΥΤΟΜΕΜΨΙΑ ΚΑΙ ΚΑΥΧΗΣΗ
Αρχίζει η πορεία πρακτικά από την Αυτομεμψία! Δεν ήταν η «οίησις» η αρχή της αντίστροφης οδού, της απομακρύνσεως από την Θεία Χάρη, και η αιτία της πτώσεως του ανθρώπου και της εξόδου του από τον Παράδεισο;
Τον βοήθησε πολύ η ανατροφή του σε μία απλή και πιστή οικογένεια, και ύστερα η δουλειά του. Το παράδειγμα των μεγάλων ασκητών  και η ‘Καλοκαιρινή’ άσκησαν μεγάλη επίδραση στην ψυχή του, και από νωρίς αναζητούσε να εξασκηθεί στις αρετές τους, και αυτό ακολουθώντας τον σωστό τρόπο, δηλαδή την υποταγή σ’έναν σοφό ασκητή γέροντα. Δεχόταν κιόλας από την αρχή θείες αποκαλύψεις και θεωρίες  της Παναγίας και των αγίων. Αλλά τούτο δεν τον έριξε σε έπαρση, αλλά τον οδήγησε στο να μέμφεται τον εαυτόν του ως ανάξιος τόσες Χάριτας.
Επαναλαμβάνει ο Γέρων Ιωσήφ το ευαγγελικό ρητό για την επίμονη  αυταπάρνηση« ός δ’ άν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν ». Είναι εντολή Κυρίου « να αρνείται κανείς τον εαυτόν του » και « να μισεί την εαυτού ψυχήν », ώστε να αποβάλλει τον « παλαιόν άνθρωπον » .
Αυτομεμψία είναι η «ζωοποιός νέκρωσις», η πνευματική μέθοδος δια της  οποίας ο άνθρωπος « ο απολέσας την  ψυχήν αυτού ένεκεν Χριστού ευρήσει αυτήν» .
Αυτή η προσπάθεια δεν σημαίνει κάποιες εξωτερικές και φαρισαϊκές εκδηλώσεις·«Να έχης μεγάλην ταπείνωσιν· όχι να περιφέρης λόγια αργά ταπεινολογίας, αλλά να γίνης σκουπίδι να σε πατάνε όλοι»  , έλεγε ο Γέροντας.
Αυτομεμψία προϋποθέτει μία καινούργια έννοια των προσωπικών  δικαιωμάτων· «όστις θελήσει να ζητήσει το δίκαιον, ας γνωρίζει ότι είναι αυτό· να  βαστάζει το βάρος του αδελφού, του πλησίον του, μέχρις εσχάτης πνοής»  , «ει δε και  ζητήσεις άλλως να εύρεις το δίκαιον, θα είσαι πάντοτε άδικος» , γράφει ο Γέροντας σε μία επιστολή του.
Η Αυτομεμψία δεν μπορεί να ευρίσκει κανένα άλλο άδικο ή να  τον κατηγορήσει εκτός από τα προσωπικά πάθη  . «Ευλόγησον» είναι η μοναδική  λέξη στο πνευματικό λεξιλόγιο του Γέροντος· «να λέγης στον καθένα· ευλόγησον!  και εις όλα παντού να υβρίζεις τον εαυτόν σου, και μη ζητείς ποτέ το δικαίωμα και το θέλημά σου»  .
Είναι φυσικός να σφάλει ο άνθρωπος, και επόμενο είναι να  συγχωρήσει ο Θεός, όμως μεσολαβεί η Αυτομεμψία. Όχι ως περιττά λόγια ή  ταπεινολογία, αλλά ως αρχή διαρκούς διά βίου μετανοίας. Έτσι φωνάζει ο προφήτης  Δαβίδ, όταν τον έλεγξε ο Νάθαν: « ημάρτηκα τω Κυρίω » . «Όθεν, γράφει ο Γέροντας,  βάζε μετάνοιαν συνεχώς, όταν σφάλης, και μη χάνης καιρόν. Καθότι, όσον αργείς  να ζητήσεις συγχώρησιν, τόσον δίδεις άδειαν εις τον πονηρόν να απλώνει μέσα σου  ρίζες. Μην τον αφήνεις να κάμει νεύρα εις βάρος σου. Λοιπόν μη απελπίζεσαι  πίπτων, αλ’ εγειρόμενος πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγων· συγχώρησόν με, Χριστέ μου, άνθρωπος είμαι και ασθενής»  . Αυτομεμψία, σημειώνει ο Γέροντας, είναι «να  ποτίζεις την ψυχή σου όχι με τιμές και επαίνους, αλλά με ονειδισμούς και  κατηγορίες, ών ανεύθυνος»  , «χωρίς να σφάλεις να μετανοείς ότι έσφαλες. Εν επιγνώσει ψυχής· όχι απ’ έξω, δι’ έπαινον, να λέγεις πως έσφαλες και μέσα να  κατακρίνεις»

Η μέθοδος του Κυρίου δεν προβάλλει στον άνθρωπο τις νίκες για να μην  υπεραίρεται, τα δε πεσίματα τα φέρνει προ οφθαλμών του, να τα βλέπει, να πάσχει,  να ταπεινώνεται  . Αυτή είναι η καλύτερη μέθοδος για εκπαίδευση. Γι’ αυτό  λοιπόν, στην προσευχή, το κύριο μέλημα είναι να ζητήσουμε το έλεος του Θεού ,  και το κύριο όνομά μας είναι ‘δούλος’ Κυρίου